Στην Ελλάδα, από τα περίπου 70 είδη ερπετών που μπορεί να συναντήσει κανείς, μόνο 7 φέρουν δηλητήριο και είναι όλα τους είδη φιδιών.
Τα 5 ανήκουν στην οικογένεια των Εχιδνιδών (Οχιές) και είναι σωληνόγλυφα¹ με σχετικά ισχυρό δηλητήριο, ενώ τα υπόλοιπα 2 στην οικογένεια των Κολουβρίδων και είναι οπισθόγλυφα² με ασθενές δηλητήριο, ακίνδυνα για τον άνθρωπο. Τα φίδια της οικογένειας των Εχιδνιδών (Viperidae) δεν απαντούν ποτέ όλα μαζί στο ίδιο μέρος, αλλά έχουν διαφορετική εξάπλωση ανά την ελληνική επικράτεια και είναι τα εξής:
Οχιά - Vipera ammodytes
Οθωμανική Οχιά - Montivipera xanthina
Οχιά της Μήλου - Macrovipera schweizeri
Αστρίτης - Vipera berus
Νανόχεντρα - Vipera ursinii
Ενώ οι δηλητηριώδεις Κολουβρίδες (Colubridae) είναι οι παρακάτω:
Σαπίτης - Malpolon insignitus
Αγιόφιδο - Telescopus fallax
Από τα υπόλοιπα ερπετά κανένα άλλο δεν φέρει δηλητήριο, είτε πρόκειται για φίδι, σαύρα, χελώνα ή αμφίσβαινα και είναι όλα τους απολύτως ακίνδυνα για τον άνθρωπο.
*Μερικά αμφίβια στην χώρα μας αν χειριστούν βίαια εκκρίνουν ως άμυνα τοξικές ουσίες από αδένες που βρίσκονται στο δέρμα τους, όπως οι Σαλαμάνδρες και κάποιοι Φρύνοι. Οι ουσίες αυτές είναι ακίνδυνες για τον άνθρωπο όταν έρθουν σε επαφή με το δέρμα, αλλά μπορεί να προκαλέσουν κάποια συμπτώματα αν έρθουν σε επαφή με τα μάτια, με κάποια πληγή ή στην ακραία περίπτωση της κατάποσης.
Πόσο επικίνδυνα είναι τα δηλητηριώδη φίδια της Ελλάδας;
Πολλοί είναι οι μύθοι που ακούγονται γύρω από την επικινδυνότητα των δηλητηριωδών φιδιών και πως ένα δάγκωμα Οχιάς μπορεί να σκοτώσει έναν άνθρωπο μέσα σε λίγα λεπτά. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην περίπτωση των εντόπιων φιδιών.
Η επικινδυνότητα ενός δαγκώματος με έγχυση εξαρτάται από την ισχύ και την τοξικότητα του δηλητηρίου καθώς και από την συγκέντρωση αυτού στο σώμα του θύματος, συνεπώς η ποσότητα του δηλητηρίου (η ποσότητα εξαρτάται από το είδος και το μέγεθος του φιδιού) αλλά και το βάρος και η ηλικία του θύματος είναι εξίσου σημαντικοί παράγοντες.
Στο ενδεχόμενο δαγκώματος από οποιαδήποτε Έχιδνίδα της χώρας μας και εφόσον έχει γίνει έγχυση δηλητηρίου από το φίδι, το άτομο που δέχθηκε το δάγκωμα κινδυνεύει να νοσήσει σοβαρά, μόνο στην περίπτωση που αυτό δεν διακομιστεί σε κάποιο νοσοκομείο για τις πρώτες βοήθειες εντός των επομένων ωρών, αλλά αντί αυτού αποφύγει την νοσηλεία ή/και χρησιμοποιήσει «γιατροσόφια» και μη έγκυρες και εμπεριστατωμένες τεχνικές θεραπείας. Σε μία τέτοια περίπτωση μη-νοσηλείας σαν την τελευταία, η υγεία του ατόμου διατρέχει κίνδυνο και υπάρχουν πιθανότητες ο ασθενής να χάσει μέχρι και τη ζωή του στα επόμενα εικοσιτετράωρα.
Οι Οχιές είναι αργά φίδια, γι’αυτό και αν νιώσουν απειλή η πρώτη τους αντίδραση είναι να μείνουν ακίνητες προσπαθώντας έτσι να μην γίνουν αντιληπτές. Εάν νιώσουν πως έγιναν αντιληπτές θα προσπαθήσουν να απομακρυνθούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να αποφύγουν τον κίνδυνο. Στην περίπτωση που τις πλησιάσει κάποιος αρκετά αρχίζουν να «σφυρίζουν» δυνατά και κουλουριάζονται σε θέση άμυνας, έχοντας στραμμένο το κεφάλι τους προς την απειλή, είτε πρόκειται για άνθρωπο, είτε ζώο, προειδοποιώντας και είναι έτοιμες να χρησιμοποιήσουν την έσχατη άμυνά τους, το δάγκωμα, εάν τις πλησιάσουν σε απόσταση λιγότερη του μισού μέτρου. Παρά τους μύθους που κυκλοφορούν, οι Έχιδνες δεν θα επιτεθούν ποτέ εάν κάποιος δεν τις αρπάξει ή έρθει τόσο κοντά, εάν δεν νιώσουν δηλαδή άμεση απειλή για την ζωή τους. Ακόμα όμως και σε αυτή την περίπτωση που κάποιος θα τις πλησιάσει στην επικίνδυνη απόσταση των μερικών 10άδων εκατοστών, οι Οχιές, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό των πιθανοτήτων, θα δαγκώσουν «στεγνά», δηλαδή χωρίς έγχυση δηλητηρίου, ως προειδοποίηση και μόνο.
Από τις 5 Έχιδνες της χώρας μας η Νανόχεντρα (Vipera ursinii) φέρει το πιο ασθενές δηλητήριο, που σε συνδιασμό με το μικρό του μεγέθους της καθίσταται η λιγότερο επικίνδυνη Οχιά. Παρ’όλα αυτά, ένα δάγκωμα της συνιστάται να αντιμετωπιστεί με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με ιατρική περίθαλψη σε κέντρο πρώτων βοηθειών.
Τα υπόλοιπα 2 είδη δηλητηριωδών φιδιών της οικογένειας των Κολουβρίδων (Colubridae), φέρουν ασθενές δηλητήριο, που σε συνδιασμό με την θέση που έχουν στην στοματική κοιλότητα τα δόντια που το εκχέουν, καθίστανται ακίνδυνα για τον άνθρωπο, ανίκανα να προκαλέσουν σοβαρές βλάβες στον οργανισμό, ακόμα και αν καταφέρουν έγχυση. Ανάμεσα στα δύο αυτά φίδια, το Αγιόφιδο φέρει το πιο ασθενές δηλητήριο αλλά είναι και το λιγότερο επιθετικό αν πιαστεί, που σημαίνει ότι πολύ σπάνια θα δαγκώσει, ενώ ο Σαπίτης διακρίνεται από σθεναρή άμυνα αν πιαστεί ή απειληθεί και το δηλητήριο ενός μεγάλου ατόμου (μεγάλη ποσότητα δηλητηρίου) μπορεί να προκαλέσει πόνο, πρήξιμο και συμπτώματα πυρετού και ναυτίας σε ευαίσθητα άτομα. Τα συμπτώματα αυτά συνθήθως υποχωρούν μετά από μερικές ώρες, χωρίς ιατρική αγωγή.
Όλα τα είδη ερπετών, αμφιβίων ή αρθρόποδων που φέρουν δηλητήριο, είτε αυτά θεωρούνται επικίνδυνα, είτε όχι, μπορούν να προκαλέσουν έντονα συμπτώματα σε αλλεργικά άτομα. Επισκεφτείτε τον γιατρό σας για έλεγχο αλλεργιών.
Σε κάθε περίπτωση, όταν υπάρχουν συμπτώματα πόνου και οιδήματος (πρήξιμο) ή επικίνδυνα συμπτώματα μετά από δάγκωμα φιδιού, συνιστάται η μεταφορά σε κέντρο πρώτων βοηθειών.
Γενικά, τα δηλητηριώδη φίδια της χώρας μας δεν θεωρούνται τόσο επικίνδυνα, όσο φημολογείται πως είναι. Είναι χαρακτηριστικό πως η θνησιμότητα από δήγματα δηλητηριωδών φιδιών στην χώρα μας έχει σχεδόν εκμηδενιστεί εδώ και μερικές δεκαετίες αφού υπάρχουν πλέον οι ιατρικές γνώσεις και η εμπειρία για την κατάλληλη αντιμετώπισή τους. Επίσης, είναι χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις ανθρώπων που επισκέφτηκαν το νοσοκομείο αρκετές ημέρες μετά από δάγκωμα Οχιάς χωρίς περαιτέρω κίνδυνο της υγείας τους μετά την νοσηλεία (βλ. σχετικό άρθρο: herpetofauna.at). Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις άτομα που δαγκώθηκαν και δεν επισκέφτηκαν ποτέ το νοσοκομείο, αλλά μόνο με μία ένεση αδρεναλίνης, απέφυγαν τον κίνδυνο (περιστατικό Stefan Dummermuth). Σε καμία περίπτωση αυτά τα παραδείγματα δεν αναφέρονται προς μίμηση, αλλά για να τονιστεί το χαμηλό σχετικά επίπεδο επικινδυνότητας των εντόπιων Εχιδνών προς αποφυγή πανικού και φημολογίας. Τα παραδείγματα δεν μπορούν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικά καθότι οι συνθήκες κάθε φορά είναι διαφορετικές με διαφορετικούς παράγοντες. Το herpetofauna.grσυνιστά αποκλειστικά την έγκαιρη διακομιδή του θύματος (χωρίς πανικό) σε νοσοκομείο σε περίπτωση δαγκώματος, για την ασφάλειά του, και την αποφυγή χρήσης οποιουδήποτε φαρμάκου χωρίς την επίβλεψη γιατρού.
1. Σωληνόγλυφα ονομάζονται τα φίδια των οποίων τα δόντια που διοχετεύουν το δηλητήριο έχουν εσωτερική δίοδο, είναι κινητά και βρίσκονται στο μπροστινό μέρος της άνω σιαγόνας.
2. Οπισθόγλυφα ονομάζονται τα φίδια των οποίων τα δόντια που διοχετεύουν το δηλητήριο βρίσκονται στο πίσω μέρος της άνω σιαγόνας και είναι σταθερά.
Οχιά - Vipera ammodytes
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Σποράδες, Ιόνια νησιά (δεν υπάρχει καταγραφή του είδους στη Ζάκυνθο), Κυκλάδες (Πάρος, Αντίπαρος, Μύκονος, Νάξος, Ίος, Σίκινος,Τήνος, Άνδρος, Δήλος, Σύρος, Στρογγυλό, Ηρακλειά, Επάνω Κουφονήσι, ίσως και στο Τραγονήσι), Θάσος, Σαμοθράκη. Η παρουσία του είδους στην Λήμνο δεν έχει επιβεβαιωθεί.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Vipera ammodytes meridionalis (Boulenger, 1903) και πιθανόν το υποείδος Vipera ammodytes montandoni (Boulenger, 1904). Ολικό μήκος έως 90cm, συνήθως λιγότερο, σπάνια περισσότερο. Ποικίλει σε χρωματισμούς. Φέρει χαρακτηριστική απόφυση στην άκρη του ρύγχους. Δραστηριοποιείται την ημέρα αλλά και την νύχτα όταν οι θερμοκρασίες είναι υψηλές. Τα ενδιαιτήματά του ποικίλουν, όμως φαίνεται να προτιμά ηλιόλουστες, ξηρές και βραχώδεις πλαγιές με λίγη βλάστηση. Συχνά σκαρφαλώνει σε θάμνους και πετρότοιχους. Ζευγαρώνει στα τέλη της άνοιξης και τα θηλυκά γεννούν 4-20 νεογνά, τέλη του Αυγούστου. Πέφτει σε χειμερία νάρκη τον Οκτώβριο και ξυπνά κατά τον Φεβρουάριο-Μάρτιο. Τρέφεται κυρίως με μικρά θηλαστικά αλλά και μικρά πουλιά, αμφίβια και σαύρες. Σφυρίζει δυνατά όταν απειληθεί και κουλουριάζεται σε στάση άμυνας. Θα δαγκώσει αν πατηθεί ή πιαστεί.Το δηλητηριώδες δάγκωμα του φιδιού αυτού χρήζει ιατρικής αντιμετώπισης.
Οθωμανική Οχιά - Montivipera xanthina
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
ΝΑ Θράκη έως περιοχή Προσκυνητών, Σαμοθράκη, Λέσβος, Χίος, Οινούσσες, Σάμος, Πάτμος, Κως, Λέρος, Κάλυμνος, Καλόλιμνος, Λειψοί, Σύμη, Χάλκη.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Ολικό μήκος μέχρι και 120cm, αλλά συνήθως δεν ξερπερνά τα 100cm. Δραστηριοποιείται την ημέρα, αλλά όταν οι θερμοκρασίες είναι υψηλές προτιμά τις απογευματινές ώρες και την νύχτα. Τα ενδιαιτήματα που προτιμά ποικίλουν. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 2-15 νεογνά. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά και πουλιά. Σφυρίζει δυνατά όταν απειλείται. Το δηλητηριώδες δάγκωμα του φιδιού αυτού χρήζει ιατρικής αντιμετώπισης.
Οχιά της Μήλου - Macrovipera schweizeri
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
Ενδημικό. Μόνο στα νησιά Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος και Σίφνος.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Εκτός από το φερώνυμο υποείδος (Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος) υπάρχει και το υποείδος Macrovipera schweizeri siphnensis (Wettstein, 1952) (Σίφνος). Ολικό μήκος 80cm, μερικές φορές περισσότερο. Ποικιλία σε χρωματισμούς. Κυρίως νυκτόβιο κατά την διάρκεια του καλοκαιριού αλλά ημερόβιο την άνοιξη και το φθινόπωρο. Βρίσκεται συχνά σε ρεματιές και βραχώδεις περιοχές με θάμνους, όπου στήνει ενέδρα σε μεταναστευτικά πουλιά. Επίσης τρέφεται με τρωκτικά, άλλα φίδια και σαύρες. Ζευγαρώνει τον Μάιο και γεννάει 4 έως 13 αυγά. Είναι το μοναδικό ωοτόκο είδος οχιάς στην χώρα μας. Η Οχιά της Μήλου απειλείται κυρίως από την υποβάθμιση των βιοτόπων της, από την παράνομη συλλογή αλλά και από τους αυτοκινητόδρομους. Ο συνολικός πληθυσμός του είδους υπολογίζεται λιγότερος από 10.000 άτομα. Προστατεύεται αυστηρώς.
Αστρίτης - Vipera berus
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
Βουνά Βαρνούντας, Βόρας (Καϊμακτσαλάν), Τζένα, Δ. Ροδόπη, ορεινά ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Vipera berus bosniensis (Boettger, 1889). Ολικό μήκος συνήθως έως 65cm, σπάνια μεγαλύτερο. Τα θηλυκά μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Δραστηριοποιείται κυρίως την ημέρα. Απαντά σε ορεινές περιοχές με υψόμετρο συνήθως μεγαλύτερο των 1600ων μέτρων. Πέφτει σε χειμερία νάρκη από τον Σεπτέμβριο ή ακόμα και τον Νοέμβριο μέχρι την αρχή της άνοιξης. Τα θηλυκά γεννούν κάθε 2 χρόνια 3-18 νεογνά τα οποία ωριμάζουν σεξουαλικά από τον 3ο ή 4ο χρόνο. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά, μικρά πτηνά, αμφίβια και σαύρες. Η ονομασία "Αστρίτης" χρησιμοποιείται συχνά για διαφορετικά είδη ανά περιοχή, λανθασμένα και συνήθως επιβαρύνει ακίνδυνα είδη φιδιών με την φήμη του δηλητηριώδους. Το δηλητήριό του είναι σχετικά ισχυρό, όχι τόσο όσο της κοινής Οχιάς, όμως και πάλι σε περίπτωση δαγκώματος συνιστάται νοσηλεία.
Νανόχεντρα - Vipera ursinii
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
Βουνά της Πίνδου: Κόζιακας, Βαρδούσια, Τυμφρηστός, Οίτη, Λάκμος (Περιστέρι).
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Vipera ursinii graeca (Nilson & Andrén, 1988). Ολικό μήκος έως 50cm, σπάνια περισσότερο. Τα θηλυκά μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Ημερόβια οχιά. Στην χώρα μας απαντά σε μεμονωμένες ορεινές περιοχές με υψόμετρα μεγαλύτερα των 1000m (έως και 2250m). Ζευγαρώνει την άνοιξη ή στις αρχές του Σεπτεμβρίου και γεννά 3-15 νεογνά. Τρέφεται κυρίως με μεγάλα έντομα, αλλά και με σαύρες και μικρά τρωκτικά. Το δηλητήριό της είναι σχετικά ασθενές, παρ'όλα αυτά η ιατρική φροντίδα μετά το δάγκωμα συνιστάται. Η Νανόχεντρα θεωρείται σπάνια πλέον και ειδικά το ελληνικό υποείδος graeca.
Σαπίτης - Malpolon insignitus
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ρόδος, Κως, Ύδρα, Ψιλή, Καστελλόριζο, Πόρος, Σαλαμίνα, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λευκάδα, Ζάκυνθο, Οξυά, Σκόπελος, Σκιάθος, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες με ασθενές δηλητήριο. Οπισθόγλυφο*. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Malpolon insignitus fuscus (Fleischmann 1831). Ολικό μήκος έως 200cm, σπάνια έως 240cm. Ποικίλει σε χρωματισμούς. Έχει χαρακτηριστικό κεφάλι με έντονες τοξωτές καμπύλες ανάμεσα στο μέτωπο και το ρύγχος. Ημερόβιο, πολύ συνηθισμένο φίδι. Κινείται γρήγορα, κολυμπά και σκαρφαλώνει με ευκολία και διακρίνεται από την καλή του όραση. Τα ενδιαιτήματά του ποικίλουν αλλά φαίνεται να προτιμά ξηρές περιοχές με μεσογειακή μακία. Συνήθως σε περιοχές με υψόμετρο 0-600m, όμως συναντάται και σε υψόμετρα έως 2000m. Φέρει μεγάλους αδένες κάτω από το δέρμα ανάμεσα στα μάτια και τα ρουθούνια, οι οποίοι εκκρίνουν υγρή ουσία που απλώνεται σε όλο το σώμα και το καθιστά "αδιάβροχο", έτσι ώστε να εμποδίζεται η εξάτμιση των υγρών του σώματος, πράγμα που βοηθά το φίδι να δραστηριοποιείται και σε υψηλές θερμοκρασίες. Ζευγαρώνει από τον Απρίλιο έως και τον Μάιο και τα θηλυκά γεννούν 4-20 αυγά που εκκολάπτονται μετά από περίπου 2 μήνες. Τρέφεται κυρίως με σαύρες αλλά και με τρωκτικά, πτηνά, αμφίβια, καθώς επίσης και με φίδια. Θα αμυνθεί σθεναρά αν απειληθεί, σφυρίζοντας δυνατά, σηκώνοντας το κεφάλι και πλαταίνοντας τον λαιμό και προσποιώντας επίθεση. Θα δαγκώσει αν πιαστεί ή πατηθεί. *Τα δόντια που εκχέουν το δηλητήριο είναι στο πίσω μέρος του στόματος πράγμα που καθιστά πολύ δύσκολη την έγχυση στον άνθρωπο. Ακόμα όμως κι αν αυτή γίνει εφικτή, το δηλητήριό του είναι ασθενές και δεν αποτελεί κίνδυνο. Τα συμπτώματα που μπορούν να προκληθούν από μεγάλη ποσότητα δηλητηρίου είναι πρήξιμο και πόνος, ίσως και πυρετό σε ευαίσθητα άτομα. Τα συμπτώματα αυτά συνήθως υποχωρούν σε μερικές ώρες, χωρίς ιατρική αγωγή.
Αγιόφιδο - Telescopus fallax
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Κρήτη, Λέσβος, Χίος, Ρόδος, Σύμη, Σάμος, Ικαρία, Κάρπαθος, Κύθηρα, Αντικύθηρα, Μήλος, Πολύαιγος, Άνδρος, Σύρος, Τήνος, Μύκονος, Κέα, Σαντορίνη, Χριστιανή, Δήλος, Σέριφος, Κίμωλος, Πάρος, Αντίπαρος, Τούρλο, Αμοργός, Κάσος, Κάλυμνος, Κουφονήσι, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Στροφάδες, Αίγινα, Αγκίστρι, Σπέτσες, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες με ασθενές δηλητήριο. Οπισθόγλυφο*. Στην χώρα μας, εκτός από το φερώνυμο υποείδος, απαντούν και κάποια ενδημικά υποείδη και φέρουν διαφορές στην πυκνότητα κηλίδων αλλά και στον χρωματισμό:
Telescopus fallax intermedius (Gruber, 1974) (Αντικύθηρα)
Telescopus fallax multisquamatus (Wettstein, 1952) (Κουφονήσι Κρήτης)
Telescopus fallax pallidus (Štěpánek, 1944) (Κρήτη, Γαύδος, Ελάσσα, Χριστιανή, Σαντορίνη, Κάσος)
Ολικό μήκος έως 100cm (συνήθως μικρότερο) σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις όμως μπορεί να φτάσει τα 130cm. Κυρίως νυκτόβιο φίδι. Η κόρη των ματιών του είναι σε σχήμα σχισμής (όπως στις γάτες), όμως σε χαμηλό φωτισμό η κόρη ανοίγει παίρνοντας στρογγυλό σχήμα. Κυνηγάει ανάμεσα σε βράχους και πέτρες ψάχνοντας για σαύρες και μικρά τρωκτικά, επίσης αναρριχάται επιδέξια ψάχνοντας για νεοσσούς. Τα θηλυκά γεννούν 5-9 αυγά τα οποία εκκολάπτονται συνήθως στα μέσα Αυγούστου. Συνήθως "σφυρίζει" αν πιαστεί και προσποιείται πως θα επιτεθεί, εξαιρετικά σπάνια όμως θα δαγκώσει. *Τα δόντια που εκχέουν το δηλητήριο είναι στο πίσω μέρος της άνω σιαγόνας, σε τέτοια θέση που καθιστά αδύνατη την έγχυση στον άνθρωπο. Το δηλητήριό του δρα μεν αποτελεσματικά στα θηράματά του αλλά δεν προκαλεί συμπτώματα στον άνθρωπο. Στην Κεφαλονιά χρησιμοποιείται σε θρησκευτικές παραδόσεις με αρχαίες ρίζες, όταν αρκετά φίδια μεταφέρονται στην εκκλησία της Παναγίας της Λαγκουβάρδας την περίοδο 6 με 15 Αυγούστου και διατίθενται στο να τα αγγίζουν οι επισκέπτες πιστεύοντας πως πρόκειται για θαύμα, εξού και η κοινή του ονομασία "Αγιόφιδο". Εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Μη δηλητηριώδες φίδια:
Coronella austriaca
Κοινή Ονομασία: Στεφανοφόρος
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Θάσος, Σαμοθράκη.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το φερώνυμο υποείδος Coronella austriaca austriaca(Laurienti 1768). Ολικό μήκος έως 70cm, πολύ σπάνια περισσότερο. Φέρει χαρακτηριστική ράβδωση που ξεκινά από τα ρουθούνια, "αγγίζει" το μάτι και συνεχίζει έως την αρχή του κεφαλιού. Ημερόβιο, ντροπαλό φίδι που αποφεύγει τις υψηλές θερμοκρασίες και προτιμά να κινείται ανάμεσα σε πέτρες και βλάστηση. Μερικές φορές μπορεί να παρατηρηθεί και την νύχτα όταν οι θερμοκρασίες είναι υψηλές. Φαίνεται να προτιμά υψόμετρα μεγαλύτερα των 200 μέτρων και απαντά έως και σε μεγαλύτερα των 2500m. Κινείται κυρίως στο έδαφος όμως συχνά σκαρφαλώνει και σε θάμνους. Τρέφεται κυρίως με σαύρες, αλλά και με μικρά θηλαστικά, μικρά φίδια, αυγά ερπετών και νεοσσούς. Ζευγαρώνει συνήθως τον Απρίλιο και τα θηλυκά γεννούν 2-19 νεογνά (ζωοτόκο φίδι). Θα δαγκώσει αμυντικά και θα αποβάλλει δύσοσμο έκκριμα από εδρικούς αδένες αν αρπαχτεί. Ακίνδυνο φίδι που σε πολλές περιοχές το περνούν λανθασμένα για Οχιά και το σκοτώνουν.
Dolichophis caspius
Κοινή Ονομασία: Έφιος
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα (έως και την Στερεά Ελλάδα), Εύβοια, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Θάσος, Σαμοθράκη, Αλόννησος, Σπέτσες, Άνδρος, Σύρος, Τήνος, Κέα, Κύθνος, Σέριφος, Σίφνος, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Φούρνοι, Αγαθονήσι, Κως, Ικαρία, Πάτμος, Κάλυμνος, (Λέρος?), Νίσυρος, Κάρπαθος, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Ολικό μήκος σπανίως έως 200cm και εξαιρετικά σπάνια περισσότερο. Ημερόβιο φίδι που δραστηριοποιείται ακόμα και σε υψηλές θερμοκρασίες. Απαντά από το ύψος της θάλασσας έως και σε υψόμετρα των 1600m. Αρκετά συνηθισμένο φίδι, γρήγορο και νευρικό, που κυνηγά δραστήρια την λεία του. Συχνά σκαρφαλώνει ψηλά σε θάμνους και δέντρα για να κυνηγήσει. Τρέφεται με τρωκτικά και σαύρες, αλλά και με άλλα φίδια και πτηνά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 5-18 αυγά. Τα νεαρά άτομα τρέφονται με έντομα και μικρές σαύρες. Θα αμυνθεί σθεναρά αν απειληθεί σηκώνοντας το μπροστινό μέρος του σώματος ψηλά, "σφυρίζοντας" δυνατά και προσποιώντας επίθεση. Θα δαγκώσει δυνατά αν πιαστεί. Σε πολλές περιοχές το ονομάζουν Λαφιάτη ή Δεντρογαλιά, λανθασμένα. Σε μικρή ηλικία μπορεί να μπερδευτεί με την Δενδρογαλιά (Hierophis gemonensis). Συχνά πέφτει θύμα αυτοκινήτων στην άσφαλτο. Ακίνδυνο φίδι.
Dolichophis jugularis
Κοινή Ονομασία: Μαύρος Έφιος
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Κως, Σύμη, Τήλος, Ρόδος, Χάλκη, Λέρος, Καστελλόριζο, πιθανόν και σε άλλα νησιά των Δωδεκανήσων.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Ολικό μήκος έως 200cm (συνήθως λιγότερο), εξαιρετικά σπάνια περισσότερο. Ημερόβιο φίδι. Απαντά από το ύψος της θάλασσας έως και σε υψόμετρα των 1400m. Γρήγορο και νευρικό φίδι, που κυνηγά δραστήρια την λεία του. Τρέφεται με τρωκτικά και σαύρες, αλλά και με άλλα φίδια και πτηνά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 6-16 αυγά. Τα νεαρά άτομα τρέφονται με έντομα και μικρές σαύρες. Θα αμυνθεί σθεναρά αν απειληθεί σηκώνοντας το μπροστινό μέρος του σώματος ψηλά, "σφυρίζοντας" δυνατά και προσποιώντας επίθεση. Θα δαγκώσει δυνατά αν πιαστεί. Σε μικρή ηλικία μπορεί να μπερδευτεί με την Δενδρογαλιά (Hierophis gemonensis). Ακίνδυνο φίδι.
Eirenis modestus
Κοινή Ονομασία: Θαμνόφιδο
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Λέσβος, Χϊος, Σάμος, Σαμιοπούλα, Φούρνοι, Λέρος, Κάλυμνος, Σύμη, Κάσος, Κάρπαθος, Καστελλόριζο, πιθανόν και σε άλλα Δωδεκάνησα.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Eirenis modestus semimaculatus (Böttger, 1876). Ολικό μήκος έως 60cm, σπάνια περισσότερο, συνήθως λιγότερο. Δραστηριοποιείται κυρίως στο λυκόφως αλλά και σκιερές περιοχές κατά την διάρκεια της ημέρας. Κρύβεται κάτω από πέτρες και σε ρωγμές και μερικές φορές ανά μικρές ομάδες. Μικρό και σχετικά αργό φίδι που κυνηγά δραστήρια, κυρίως ασπόνδυλα. Τρέφεται με αρθρόποδα αλλά και με μικρές σαύρες. Ζευγαρώνει πολύ νωρίς την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 3-8 αυγά. Τα νεοεκκολαπτόμενα φίδια δεν ξεπερνούν σε μήκος τα 12cm. Καθόλου επιθετικό φίδι και εντελώς ακίνδυνο.
Elaphe quatuorlineata
Κοινή Ονομασία: Λαφιάτης (Λαφίτης)
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα (εκτός του τμήματος που απαντά ο Θρακικός Λαφιάτης - Elaphe sauromates), Πελοπόννησος, Εύβοια, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Κάλαμος, Καρλονήσι, Προβάτι, Σπέτσες, Κέα, Άνδρος, Τήνος, Μύκονος, Πάρος, Νάξος, Ηρακλειά, Σχοινούσα, Ίος, Αμοργός, Σκιάθος, Σκύρος πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Τα υποείδη που απαντούν στην Ελλάδα είναι τα εξής:
Elaphe quatuorlineata quatuorlineata (Lacépède, 1789)
Elaphe quatuorlineata muenteri (Bedriaga, 1882) (Κυκλάδες)
Elaphe quatuorlineata scyrensis (Cattaneo, 1999) (Σκύρος)
Elaphe quatuorlineata parensis (Cattaneo, 1999) (Πάρος).
<Μονόχρωμα άτομα από την Αμοργό περιγράφηκαν από κάποιους ερευνητές ως ξεχωριστό υποείδοςElaphe quatuorlineata rechingeri (Werner, 1932) ή ως ξεχωριστό είδος Elaphe rechingeri (Clark, 1994), σήμερα όμως οι ονομασίες αυτές αντιμετωπίζονται σαν συνώνυμα του Elaphe quatuorlineata muenteri>.Τα νεαρά άτομα διαφέρουν σε χρωματισμό από τα ενήλικα. Ολικό μήκος συνήθως έως 150cm, σε εξαιρετικές περιπτώσεις όμως μπορεί να φτάσει έως και τα 260cm. Απαντά σε ποικίλα ενδιαιτήματα σε υψόμετρα έως και 1400m. Ρωμαλέο, ημερόβιο φίδι που αποφεύγει όμως τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Κυνηγά στο έδαφος, συχνά όμως σκαρφαλώνει σε δέντρα και θάμνους. Κολυμπά επιδέξια. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά όπως αρουραίους και άλλα τρωκτικά, μικρά κουνέλια, πτηνά, σαύρες, αμφίβια και αυγά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 3-18 αυγά και τα εκκολαπτόμενα φίδια έχουν μήκος έως και 40cm. Μέτριας επιθετικότητας φίδι που πιθανόν να δαγκώσει αν αρπαχτεί. Συνήθως έχει ήπιο χαρακτήρα και καθόλου επιθετικό. Σε πολλές περιοχές, ο Λαφιάτης (ή Λαφίτης) ονομάζεται λανθασμένα "Δεντρογαλιά", ενώ η ονομασία "Λαφιατης" χρησιμοποιείται συχνά για άλλα είδη φιδιών, επίσης λανθασμένα. Πρόκειται για εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Elaphe sauromates
Κοινή Ονομασία: Θρακικός Λαφιάτης
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, Θάσος, Σαμοθράκη.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Ολικό μήκος συνήθως μέχρι 150cm, σπάνια περισσότερο. Παρόμοια χαρακτηριστικά γνωρίσματα με το συγγενικό του είδος Elaphe quatuorlineata (Λαφιάτης), αφού μέχρι σχετικά πρόσφατα θεωρούνταν υποείδος αυτού (Elaphe quatuorlineata sauromates). Εντούτοις, πιο γρήγορο και αρκετά πιο νευρικό φίδι από τον κοινό Λαφιάτη, που θα αμυνθεί πιο σθεναρά αν απειληθεί, το ίδιο όμως ακίνδυνο.
Hierophis gemonensis
Κοινή Ονομασία: Δενδρογαλιά
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα (Στερεά Ελλάδα, Ήπειρος, Θεσσαλία, Πιερία, πιθανόν και τμήμα της δυτικής Μακεδονίας), Πελοπόννησος, Εύβοια, Κέρκυρα, Ιθάκη, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, μερικές νησίδες των Σποράδων, Αίγινα, νησίδες του Αργολικού, Κύθηρα, Κρήτη και γύρω νησίδες.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Μονοτυπικό είδος. Ολικό μήκος έως και 100cm, συνήθως μικρότερο, σπανίως έως και 130cm. Τα ενδιαιτήματα που προτιμά ποικίλουν. Συνήθως απαντά κοντά στο επίπεδο της θάλασσας αλλά φτάνει και σε περιοχές μέχρι 1400m υψόμετρο. Ημερόβιο, γρήγορο και νευρικό, πολύ δραστήριο φίδι που κυνηγά συνήθως στο έδαφος αλλά συχνά σκαρφαλώνει επιδέξια σε θάμνους και χαμηλά δέντρα. Τρέφεται με μικρά τρωκτικά, άλλα φίδια, σαύρες, νεοσσούς και μεγάλα έντομα. Ζευγαρώνει στα τέλη της άνοιξης και τα θηλυκά γεννούν 3-10 αυγά στα μέσα του καλοκαιριού. Μη επιθετικό φίδι που συνήθως δαγκώνει όμως αν πιαστεί. Εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Platyceps najadum
Κοινή Ονομασία: Σαΐτα
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Πάτμος, Λέρος, Κάλυμνος, Κως, Ρόδος, Κέρκυρα, Κάλαμος, Κάστος, Καρλόνησος, Προβάτι, Οξυά, Σαλαμίνα, Αίγινα, Αγκίστρι, Πόρος, Σπέτσες, Κέα, Κύθνος, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Τα υποείδη που απαντούν στην Ελλάδα είναι τα Platyceps najadum najadum(Eichwald, 1831), Platyceps najadum dahlii (Fitzinger, 1826) και Platyceps najadum kalymnensis(Schneider, 1979). Ολικό μήκος έως και 135cm συνήθως όμως λιγότερο. Από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι και τα 2000m υψόμετρο. Ημερόβιο, πολύ νευρικό και ασύγκριτα γρήγορο φίδι που κυνηγά επίμονα την λεία του μερικές φορές για μεγάλες αποστάσεις. Σκαρφαλώνει επιδέξια σε θάμνους, βράχια και πετρότοιχους. Τρέφεται με μικρές σαύρες, έντομα και σπανίως με μικρά τρωκτικά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν το καλοκαίρι 3-16 αυγά. Πρόκειται για ακίνδυνο φίδι με κακή όμως φήμη, αφού στις περισσότερες περιοχές πιστεύεται λανθασμένα πως είναι δηλητηριώδες και επικίνδυνο και πως τινάζεται από μεγάλες αποστάσεις για να επιτεθεί.
Zamenis longissimus
Κοινή Ονομασία: Λαφίτης του Ασκληπιού
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Μεμονωμένοι πληθυσμοί σε ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησο, Κέρκυρα και Παξούς.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην Ελλάδα απαντά το φερώνυμο υποείδος Zamenis longissimus longissimus(Laurenti, 1768). Ολικό μήκος έως και 200cm, συνήθως όμως μικρότερο του 1.5 μέτρου. Απαντά μέχρι και τα 2000m υψόμετρο σε ορισμένες περιοχές. Ημερόβιο φίδι που συχνά σκαρφαλώνει σε θάμνους και δέντρα με επιδεξιότητα. Τρέφεται κυρίως με τρωκτικά, αλλά και με νεοσσούς και σαύρες. Ζευγαρώνει αργά την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 2-18 αυγά που εκκολάπτονται μετά από 2 περίπου μήνες. Πιθανόν να δαγκώσει αν πιαστεί. Ακίνδυνο φίδι.
Ο Λαφιάτης (ή Λαφίτης) του Ασκληπιού έχει συνδεθεί με τον Ασκληπιό, τον αρχαίο θεό της ιατρικής που απεικονίζεται με μία ράβδο τυλιγμένη από ένα φίδι. Το σύμβολο αυτό χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα ως σύμβολο της ιατρικής.
Natrix natrix
Κοινή Ονομασία: Νερόφιδο
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λευκάδα, Ζάκυνθος, Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Λέρος, Κως, Ρόδος, Κάρπαθος, Σκύρος, Άνδρος, Κέα, Τήνος, Μύκονος, Σύρος, Πάρος, Αντίπαρος, Δεσποτικό, Νάξος, Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Τα υποείδη που απαντούν στην Ελλάδα είναι τα Natrix natrix persa (Pallas, 1814), Natrix natrix fusca (Cattaneo, 1990) (Κέα) και Natrix natrix schweizeri (L. Müller, 1932) (Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος). Σε νησιά των Κυκλάδων βόρεια της Κιμώλου απαντούν διασταυρώσεις Νερόφιδων ανάμεσα στα δύο υποείδη N.n.schweizeri και N.n.persa. Ολικό μήκος συνήθως έως 100cm, σπάνια μεγαλύτερο και σε εξαιρετικές περιπτώσεις έως 2m. Τα θηλυκά μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Προτιμά υγρότοπους κάθε είδους αλλά δραστηριοποιείται και εκτός νερού, συχνά πολύ μακρυά από αυτό. Μεγάλη ποικιλία χρωματισμών και σχεδίων. Κολυμπά πολύ επιδέξια και γρήγορα. Τρέφεται με αμφίβια, ψάρια, τρωκτικά, ερπετά, νεοσσούς και ασπόνδυλα. Ζευγαρώνει την άνοιξη. Στην διαδικασία ζευγαρώματος μπορεί να συμμετέχουν πολλά αρσενικά, σχηματίζοντας έναν σωρό γύρω από το θηλυκό, διεκδικώντας το ζευγάρωμα. Τα θηλυκά, ανάλογα με το μέγεθος, μπορούν να εναποθέσουν από 2 έως 100 αυγά (συνήθως περίπου 30) τα οποία εκκολάπτονται μέχρι και 2 μήνες μετά. Αν πιαστεί και νιώσει κίνδυνο, εκκρίνει έντονα δύσοσμο υγρό και συχνά προσποιείται το νεκρό γυρίζοντας ανάποδα, με ανοιχτό το στόμα και την γλώσσα έξω. Σπανίως μπορεί να προσποιηθεί επίθεση πλαταίνοντας το κεφάλι και "σφυρίζοντας", όμως σχεδόν ποτέ δεν δαγκώνει. Σε πολλές περιοχές το αναγνωρίζουν ως Οχιά και το σκοτώνουν. Εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Hemorrhois nummifer
Κοινή Ονομασία: Ζαμενής της Ρόδου
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Καστελλόριζο, Ρόδος, Σύμη, Κως, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος, Λειψοί, πιθανόν και σε άλλα Δωδεκάνησα. Επίσης πολύ πρόσφατες καταγραφές του είδους σε Λέσβο, Χίο και Σάμο.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Μονοτυπικό είδος. Ολικό μήκος έως και 150cm, συνήθως όμως λιγότερο, σπάνια περισσότερο. Απαντά συνήθως σε ξηρές, βραχώδεις περιοχές με χαμηλή βλάστηση. Ημερόβιο, δραστήριο φίδι, αρκετά νευρικό και γρήγορο. Κυνηγά κυρίως στο έδαφος, όμως συχνά σκαρφαλώνει σε θάμνους και χαμηλά δέντρα. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά, ερπετά και μικρά πτηνά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 4-10 αυγά στα μέσα του καλοκαιριού τα οποία εκκολάπτονται μετά από περίπου 2 μήνες. Φαίνεται πως μιμείται τον χρωματισμό της Οχιάς για αμυντικούς λόγους. Αν απειληθεί δείχνει επιθετική συμπεριφορά σφυρίζοντας, πλαταίνοντας το κεφάλι και αν πιαστεί δαγκώνει δυνατά. Φέρει αδένες που παράγουν κάποια εκκρίματα τα οποία βοηθούν στην χώνεψη του θηράματος, μέσω του σάλιου. Στον άνθρωπο, το δάγκωμα ενός μεγάλου ατόμου ενδέχεται να προκαλέσει κάποια συμπτώματα όπως πόνος και τοπικό πρήξιμο, εάν κατά το δάγκωμα τα εκκρίματα αυτά ενεθούν υποδόρια. Σε γενικές γραμμές πρόκειται για ένα ακίνδυνο φίδι.
Hierophis viridiflavus
Κοινή Ονομασία: Μαύρο Φίδι της Γυάρου
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Γυάρος. Υπολογίζεται πως έχει εισαχθεί αρκετούς αιώνες πριν.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Το υποείδος που απαντά στην Γυάρο είναι το Hierophis viridiflavus carbonarius(Bonaparte 1833). Ολικό μήκος των αυτοχθόνων πληθυσμών έως 150cm, τα δείγματα της Γυάρου όμως είναι μικρότερα (έως 90cm). Ημερόβιο, γρήγορο και νευρικό φίδι που κυνηγά κυρίως στο έδαφος αλλά σκαρφαλώνει συχνά σε βράχους και θάμνους. Τρέφεται με τρωκτικά, άλλα φίδια, σαύρες, αμφίβια, νεοσσούς και μεγάλα έντομα. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 4-10 αυγά. Τα νεαρά άτομα μπορούν να μπερδευτούν με νεαρές Δεντρογαλιές (Hierophis gemonensis). Αμύνεται σθεναρά αν πιαστεί δαγκώνοντας δυνατά. Ακίνδυνο φίδι.
Μέχρι πρόσφατα πολλοί ερευνητές αντιμετώπιζαν τον πληθυσμό της Γυάρου σαν ξεχωριστό, ενδημικό είδος (Coluber gyarosensis) ενώ παλιότερα ως υποείδος της Δεντρογαλιάς (Coluber gemonensis gyarosensis). Πρόσφατες μελέτες των ελάχιστων δειγμάτων όμως έδειξαν πως πρόκειται για εισαχθένHierophis viridiflavus. Φαίνεται πως ο πληθυσμός της Γυάρου βρίσκεται σε κίνδυνο καθώς υπολογίζεται πως είναι πολύ μικρός σε αριθμό.
Zamenis situla
Κοινή Ονομασία: Σπιτόφιδο
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Κρήτη, Λέσβος, Χϊος, Σάμος, Κως, Ρόδος, Κέρκυρα, Ιθάκη, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Σκόπελος, Σκύρος, Σαλαμίνα, Σπέτσες, Άνδρος, Κέα, Τήνος, Σύρος, Κύθνος, Σέριφος, Πάρος, Σίφνος, Μήλος, Σαντορίνη, Κύθηρα.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Μονοτυπικό είδος. Ολικό μήκος μέχρι και 120cm συνήθως μικρότερο. Μπορεί να έχει ραβδωτή ή στικτή μορφή. Απαντά μέχρι και τα 1600m υψόμετρο. Ημερόβιο φίδι που αποφεύγει τις υψηλές θερμοκρασίες. Κινείται προσεχτικά ανάμεσα σε πέτρες και βλάστηση και συχνά σκαρφαλώνει σε θάμνους και βράχια. Συχνά παρατηρείται σε οικισμούς και ανθρώπινο περιβάλλον. Τρέφεται κυρίως με τρωκτικά αλλά μπορεί να τραφεί και με σαύρες και μικρά πτηνά. Ζευγαρώνει αργά την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν μόνο 2-8 αυγά χρόνο παρά χρόνο. Πιθανόν να δαγκώσει αν πιαστεί. Ακίνδυνο φίδι.
Η ονομασία Σπιτόφιδο λέγεται πως κατάγεται από τις Κυκλάδες, όταν σε κάποιες περιοχές οι άνθρωποι το έφερναν εσκεμμένα στους αποθηκευτικούς τους χώρους για τον έλεγχο των ποντικών. Σε πολλές περιοχές πιστεύεται λανθασμένα ότι πρόκειται για δηλητηριώδες φίδι και σκοτώνεται, ενώ απειλείται και από την παράνομη συλλογή.
Άλλες ονομασίες:Προσοχή! Όλες οι παρακάτω ονομασίες είναι λανθασμένες καθώς το φίδι αυτό δεν αποτελεί είδος Οχιάς και δεν είναι δηλητηριώδες: Οχέντρι, Όχεντρα, Αστρίτης, Κόκκινος Αστρίτης, Λιόχεντρα.
Natrix tessellata
Κοινή Ονομασία: Λιμνόφιδο
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Κρήτη, Λέσβος, Κέρκυρα, Λευκάδα, Σέριφος, Τήνος, Κύθηρα.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην Ελλάδα απαντά το φερώνυμο υποείδος (Natrix tessellata tessellata). Ολικό μήκος συνήθως έως 80cm, πολύ σπάνια έως και 130cm. Τα θηλυκά μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Ζει αποκλειστικά σε υγρότοπους και ποτάμια, ξοδεύοντας τις περισσότερες ώρες μέσα στο νερό κυνηγώντας ή στήνοντας ενέδρα. Απαντά σε υψόμετρα μέχρι και 2200m αλλά συνήθως χαμηλότερα από τα 1000m. Δραστηριοποιείται κυρίως την ημέρα αλλά και την νύχτα ιδίως το καλοκαίρι. Ποικίλει σε χρωματισμούς και σχέδια. Κολυμπά πολύ επιδέξια και γρήγορα. Τρέφεται αποκλειστικά με ψάρια και αμφίβια. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν το καλοκαίρι 5-25 αυγά. Αν πιαστεί και νιώσει κίνδυνο, εκκρίνει έντονα δύσοσμο υγρό και "σφυρίζει" για εκφοβισμό. Συχνά προσποιείται το νεκρό γυρίζοντας ανάποδα, με ανοιχτό το στόμα και την γλώσσα έξω. Εξαιρετικά σπάνια δαγκώνει αν πιαστεί. Εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Διενεργούνται έρευνες για το αν οι πληθυσμοί της Κρήτης αποτελούν ξεχωριστό είδος.
Eryx jaculus
Κοινή Ονομασία: Έρυξ
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Λέσβος, Λήμνος, Χίος, Σάμος, Λέρος, Κάλυμνος, Κως, Κέρκυρα, Τήνος, Νάξος, Πάρος, Αντίπαρος, Ίος, Πολύαιγος, Σίκινος, Αμοργός, Κίμωλος, Κέρος, Αντίκερος, Σχοινούσα, Φολέγανδρος, Επάνω Κουφονήσι, Ηρακλειά, πολύ πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Eryx jaculus turcicus (Olivier, 1801). Ολικό μήκος έως 80cm συνήθως όμως μικρότερο. Κυρίως νυκτόβιο φίδι. Την άνοιξη, λόγω περιόδου ζευγαρώματος, μπορεί να παρατηρηθεί και την ημέρα, καθώς και το φθινόπωρο. Χαρακτηριστική "κολοβή" ουρά που μοιάζει σε σχήμα με το κεφάλι. Ψάχνει για την λεία του συνήθως μέσα σε τρύπες τρωκτικών ή στήνει ενέδρες κάτω από την άμμο ή στο χώμα όπου θάβεται με επιδεξιότητα. Τρέφεται κυρίως με τρωκτικά, αλλά και με σαύρες, νεοσσούς και μερικές φορές με μεγάλα ασπόνδυλα. Ζευγαρώνει από τον Απρίλιο έως τον Μάιο και τα θηλυκά γεννούν κατά τα τέλη Αυγούστου 5-20 νεογνά που έχουν μήκος 12-15cm και ενηλικιώνονται περίπου μετά το 3ο έτος ζωής τους. Είναι το μοναδικό είδος Βόα στην Ευρώπη. Άκακο φίδι που σε πολλές περιοχές το περνούν λανθασμένα για Οχιά και το σκοτώνουν.
Πρώτες βοήθειες σε δάγκωμα φιδιού:
Συμπτώματα
Τα πρώτα συμπτώματα μετά από ένα δηλητηριώδες δάγκωμα είναι πόνος και οίδημα στο σημείο της έγχυσης, εντός λίγων λεπτών. Στην συνέχεια και όσο ο χρόνος περνάει χωρίς τις πρώτες βοήθειες, το οίδημα αυξάνεται και εξαπλώνεται και στο υπόλοιπο δαγκωμένο μέλος, ενώ μέσα σε λίγες ώρες ενδέχεται να υπάρξουν και άλλα συμπτώματα (βλέπε άρθρο «Δηλητηριώδη δήγματα φιδιών» - περιοδικό “Ιατρικά Χρονικά” / ΠΡΟΣΟΧΗ: πολλά από τα συμπτώματα που αναφέρονται στο τεύχος είναι αποτέλεσμα πανικού ή/και λαθών κατά τις πρώτες βοήθειες και όχι επίδρασης του δηλητηρίου - διαβάστε προσεκτικά).
Πρώτες Βοήθειες
Αμέσως μετά από ένα δηλητηριώδες δάγκωμα οι κινήσεις που πρέπει να κάνετε ή να μην κάνετε, είναι λίγες αλλά ουσιαστικές.
Μην πανικοβάλλεστε, (πολύ σημαντικό). Ο πανικός χειροτερεύει την κατάσταση. Με τα σημερινά μέσα έχετε όλο το χρόνο μπροστά σας να επισκεφτείτε ένα νοσοκομείο, όπου κι αν βρίσκεστε στην χώρα, μέσα στις επόμενες ώρες, με ασφάλεια και χωρίς ρίσκο.
Αφαιρέστε όποιο αντικείμενο ή ύφασμα θα μπορούσε να σφίξει το μέλος όσο αυτό πρήζεται (π.χ. δαχτυλίδια, ρολόι, βραχιόλια, κτλ).
Κρατήστε το θύμα ακίνητο εάν δεν είναι απαραίτητη η μετακίνησή του. Κρατήστε το δαγκωμένο μέλος όσο το δυνατόν πιο ακίνητο. Με την ακινησία του δαγκωμένου μέλους καθυστερούμε την εξέλιξη των συμπτωμάτων.
Μην κόβετε ή σκίζετε το δέρμα για να ρουφήξετε το δηλητήριο. Όχι μόνο δεν ωφελεί σε τίποτα, αντιθέτως μάλιστα, το τραύμα και το σοκ που προκαλείται από την πράξη επιδεινώνουν την κατάσταση και τα συμπτώματα.
Μην προσπαθείτε να ρουφήξετε το δηλητήριο με το στόμα.
Μην δένετε το δαγκωμένο μέλος. Είναι πολύ σημαντικό να μην εμποδιστεί η κυκλοφορία του αίματος. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος δημιουργίας θρόμβων και νέκρωσης του άκρου. Το δηλητήριο εξαπλώνεται κυρίως μέσω της λέμφου, συνεπώς μία σφιχτή περίδεση που θα σταματούσε την κυκλοφορία του αίματος είναι ανώφελη και επικίνδυνη. Αντιθέτως, μπορείτε να τυλίξετε το δαγκωμένο μέλος με κοινό, ελαστικό επίδεσμο από την πληγή έως την βάση του άκρου, τόσο λίγο σφιχτά όσο σε περίπτωση διαστρέμματος (να διατηρείται ο σφιγμός στην άκρη του μέλους). Αυτό μπορεί να καθυστερήσει την εξέλιξη των συμπτωμάτων, κάτι που ίσως βοηθούσε σε ενδεχόμενη πολύωρη μεταφορά του ασθενή σε νοσοκομείο. Ο επίδεσμος θα πρέπει να λύνεται και να δένεται αναλόγως κάθε 15-25 λεπτά, διότι το μέλος πρήζεται και η περίδεση σφίγγει περισσότερο. Παρ’όλα αυτά, μία τέτοια περίδεση δεν είναι και απαραίτητη.
Μην τοποθετείτε αντισηπτικά και άλλες ουσίες στο τραύμα.
Μην τοποθετείτε πάγο στην περιοχή του τραύματος.
Μην δίνετε αλκοόλ στον ασθενή.
Μην χορηγείτε παυσίπονα ή άλλα φάρμακα.
Μεταφέρετε τον ασθενή σε κοντινό νοσοκομείο με ψυχραιμία και ασφάλεια, αφού πρώτα έχετε ειδοποιήσει.
Μπορείτε να έχετε στο "κιτ πρώτων βοηθειών" σας αντιισταμινικά και κορτιζόνη για να τα χορηγήσετε στον ασθενή, σε περίπτωση που εμφανιστούν έντονα σημάδια αλλεργίας, εφόσον πάρετε έγκριση και οδηγίες από το Κέντρο Πρώτων Βοηθειών. Απευθυνθείτε στον γιατρό σας για τον τύπο και τις δοσολογίες που αντιστοιχούν στον καθένα.
Η χρήση αντιοφικού ορού δεν συνιστάται καθώς μπορεί να αποβεί επικίνδυνη (αλλεργικό σοκ). Μόνο οι ειδικοί γιατροί μπορούν να κρίνουν και να αποφασίσουν για την χρήση του ορού, η οποία γίνεται πλέον μόνο σε κρίσιμες περιπτώσεις και γενικώς αποφεύγεται. Συνήθως ακολουθείται αγωγή με χορήγηση αντιβιοτικών και προαιρετικά αδρεναλίνης, κάτι που μόνο οι γιατροί μπορούν να κρίνουν, επίσης. Τα συμπτώματα υποχωρούν μετά την κατάλληλη ιατρική αγωγή.
Άρθρο και φωτογραφίες:Ηλίας Στραχίνης
http://www.herpetofauna.gr
ΠΗΓΗ... http://periergaa.blogspot.gr
Τα 5 ανήκουν στην οικογένεια των Εχιδνιδών (Οχιές) και είναι σωληνόγλυφα¹ με σχετικά ισχυρό δηλητήριο, ενώ τα υπόλοιπα 2 στην οικογένεια των Κολουβρίδων και είναι οπισθόγλυφα² με ασθενές δηλητήριο, ακίνδυνα για τον άνθρωπο. Τα φίδια της οικογένειας των Εχιδνιδών (Viperidae) δεν απαντούν ποτέ όλα μαζί στο ίδιο μέρος, αλλά έχουν διαφορετική εξάπλωση ανά την ελληνική επικράτεια και είναι τα εξής:
Οχιά - Vipera ammodytes
Οθωμανική Οχιά - Montivipera xanthina
Οχιά της Μήλου - Macrovipera schweizeri
Αστρίτης - Vipera berus
Νανόχεντρα - Vipera ursinii
Ενώ οι δηλητηριώδεις Κολουβρίδες (Colubridae) είναι οι παρακάτω:
Σαπίτης - Malpolon insignitus
Αγιόφιδο - Telescopus fallax
Από τα υπόλοιπα ερπετά κανένα άλλο δεν φέρει δηλητήριο, είτε πρόκειται για φίδι, σαύρα, χελώνα ή αμφίσβαινα και είναι όλα τους απολύτως ακίνδυνα για τον άνθρωπο.
*Μερικά αμφίβια στην χώρα μας αν χειριστούν βίαια εκκρίνουν ως άμυνα τοξικές ουσίες από αδένες που βρίσκονται στο δέρμα τους, όπως οι Σαλαμάνδρες και κάποιοι Φρύνοι. Οι ουσίες αυτές είναι ακίνδυνες για τον άνθρωπο όταν έρθουν σε επαφή με το δέρμα, αλλά μπορεί να προκαλέσουν κάποια συμπτώματα αν έρθουν σε επαφή με τα μάτια, με κάποια πληγή ή στην ακραία περίπτωση της κατάποσης.
Πόσο επικίνδυνα είναι τα δηλητηριώδη φίδια της Ελλάδας;
Πολλοί είναι οι μύθοι που ακούγονται γύρω από την επικινδυνότητα των δηλητηριωδών φιδιών και πως ένα δάγκωμα Οχιάς μπορεί να σκοτώσει έναν άνθρωπο μέσα σε λίγα λεπτά. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην περίπτωση των εντόπιων φιδιών.
Η επικινδυνότητα ενός δαγκώματος με έγχυση εξαρτάται από την ισχύ και την τοξικότητα του δηλητηρίου καθώς και από την συγκέντρωση αυτού στο σώμα του θύματος, συνεπώς η ποσότητα του δηλητηρίου (η ποσότητα εξαρτάται από το είδος και το μέγεθος του φιδιού) αλλά και το βάρος και η ηλικία του θύματος είναι εξίσου σημαντικοί παράγοντες.
Στο ενδεχόμενο δαγκώματος από οποιαδήποτε Έχιδνίδα της χώρας μας και εφόσον έχει γίνει έγχυση δηλητηρίου από το φίδι, το άτομο που δέχθηκε το δάγκωμα κινδυνεύει να νοσήσει σοβαρά, μόνο στην περίπτωση που αυτό δεν διακομιστεί σε κάποιο νοσοκομείο για τις πρώτες βοήθειες εντός των επομένων ωρών, αλλά αντί αυτού αποφύγει την νοσηλεία ή/και χρησιμοποιήσει «γιατροσόφια» και μη έγκυρες και εμπεριστατωμένες τεχνικές θεραπείας. Σε μία τέτοια περίπτωση μη-νοσηλείας σαν την τελευταία, η υγεία του ατόμου διατρέχει κίνδυνο και υπάρχουν πιθανότητες ο ασθενής να χάσει μέχρι και τη ζωή του στα επόμενα εικοσιτετράωρα.
Οι Οχιές είναι αργά φίδια, γι’αυτό και αν νιώσουν απειλή η πρώτη τους αντίδραση είναι να μείνουν ακίνητες προσπαθώντας έτσι να μην γίνουν αντιληπτές. Εάν νιώσουν πως έγιναν αντιληπτές θα προσπαθήσουν να απομακρυνθούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να αποφύγουν τον κίνδυνο. Στην περίπτωση που τις πλησιάσει κάποιος αρκετά αρχίζουν να «σφυρίζουν» δυνατά και κουλουριάζονται σε θέση άμυνας, έχοντας στραμμένο το κεφάλι τους προς την απειλή, είτε πρόκειται για άνθρωπο, είτε ζώο, προειδοποιώντας και είναι έτοιμες να χρησιμοποιήσουν την έσχατη άμυνά τους, το δάγκωμα, εάν τις πλησιάσουν σε απόσταση λιγότερη του μισού μέτρου. Παρά τους μύθους που κυκλοφορούν, οι Έχιδνες δεν θα επιτεθούν ποτέ εάν κάποιος δεν τις αρπάξει ή έρθει τόσο κοντά, εάν δεν νιώσουν δηλαδή άμεση απειλή για την ζωή τους. Ακόμα όμως και σε αυτή την περίπτωση που κάποιος θα τις πλησιάσει στην επικίνδυνη απόσταση των μερικών 10άδων εκατοστών, οι Οχιές, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό των πιθανοτήτων, θα δαγκώσουν «στεγνά», δηλαδή χωρίς έγχυση δηλητηρίου, ως προειδοποίηση και μόνο.
Από τις 5 Έχιδνες της χώρας μας η Νανόχεντρα (Vipera ursinii) φέρει το πιο ασθενές δηλητήριο, που σε συνδιασμό με το μικρό του μεγέθους της καθίσταται η λιγότερο επικίνδυνη Οχιά. Παρ’όλα αυτά, ένα δάγκωμα της συνιστάται να αντιμετωπιστεί με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με ιατρική περίθαλψη σε κέντρο πρώτων βοηθειών.
Τα υπόλοιπα 2 είδη δηλητηριωδών φιδιών της οικογένειας των Κολουβρίδων (Colubridae), φέρουν ασθενές δηλητήριο, που σε συνδιασμό με την θέση που έχουν στην στοματική κοιλότητα τα δόντια που το εκχέουν, καθίστανται ακίνδυνα για τον άνθρωπο, ανίκανα να προκαλέσουν σοβαρές βλάβες στον οργανισμό, ακόμα και αν καταφέρουν έγχυση. Ανάμεσα στα δύο αυτά φίδια, το Αγιόφιδο φέρει το πιο ασθενές δηλητήριο αλλά είναι και το λιγότερο επιθετικό αν πιαστεί, που σημαίνει ότι πολύ σπάνια θα δαγκώσει, ενώ ο Σαπίτης διακρίνεται από σθεναρή άμυνα αν πιαστεί ή απειληθεί και το δηλητήριο ενός μεγάλου ατόμου (μεγάλη ποσότητα δηλητηρίου) μπορεί να προκαλέσει πόνο, πρήξιμο και συμπτώματα πυρετού και ναυτίας σε ευαίσθητα άτομα. Τα συμπτώματα αυτά συνθήθως υποχωρούν μετά από μερικές ώρες, χωρίς ιατρική αγωγή.
Όλα τα είδη ερπετών, αμφιβίων ή αρθρόποδων που φέρουν δηλητήριο, είτε αυτά θεωρούνται επικίνδυνα, είτε όχι, μπορούν να προκαλέσουν έντονα συμπτώματα σε αλλεργικά άτομα. Επισκεφτείτε τον γιατρό σας για έλεγχο αλλεργιών.
Σε κάθε περίπτωση, όταν υπάρχουν συμπτώματα πόνου και οιδήματος (πρήξιμο) ή επικίνδυνα συμπτώματα μετά από δάγκωμα φιδιού, συνιστάται η μεταφορά σε κέντρο πρώτων βοηθειών.
Γενικά, τα δηλητηριώδη φίδια της χώρας μας δεν θεωρούνται τόσο επικίνδυνα, όσο φημολογείται πως είναι. Είναι χαρακτηριστικό πως η θνησιμότητα από δήγματα δηλητηριωδών φιδιών στην χώρα μας έχει σχεδόν εκμηδενιστεί εδώ και μερικές δεκαετίες αφού υπάρχουν πλέον οι ιατρικές γνώσεις και η εμπειρία για την κατάλληλη αντιμετώπισή τους. Επίσης, είναι χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις ανθρώπων που επισκέφτηκαν το νοσοκομείο αρκετές ημέρες μετά από δάγκωμα Οχιάς χωρίς περαιτέρω κίνδυνο της υγείας τους μετά την νοσηλεία (βλ. σχετικό άρθρο: herpetofauna.at). Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις άτομα που δαγκώθηκαν και δεν επισκέφτηκαν ποτέ το νοσοκομείο, αλλά μόνο με μία ένεση αδρεναλίνης, απέφυγαν τον κίνδυνο (περιστατικό Stefan Dummermuth). Σε καμία περίπτωση αυτά τα παραδείγματα δεν αναφέρονται προς μίμηση, αλλά για να τονιστεί το χαμηλό σχετικά επίπεδο επικινδυνότητας των εντόπιων Εχιδνών προς αποφυγή πανικού και φημολογίας. Τα παραδείγματα δεν μπορούν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικά καθότι οι συνθήκες κάθε φορά είναι διαφορετικές με διαφορετικούς παράγοντες. Το herpetofauna.grσυνιστά αποκλειστικά την έγκαιρη διακομιδή του θύματος (χωρίς πανικό) σε νοσοκομείο σε περίπτωση δαγκώματος, για την ασφάλειά του, και την αποφυγή χρήσης οποιουδήποτε φαρμάκου χωρίς την επίβλεψη γιατρού.
1. Σωληνόγλυφα ονομάζονται τα φίδια των οποίων τα δόντια που διοχετεύουν το δηλητήριο έχουν εσωτερική δίοδο, είναι κινητά και βρίσκονται στο μπροστινό μέρος της άνω σιαγόνας.
2. Οπισθόγλυφα ονομάζονται τα φίδια των οποίων τα δόντια που διοχετεύουν το δηλητήριο βρίσκονται στο πίσω μέρος της άνω σιαγόνας και είναι σταθερά.
Οχιά - Vipera ammodytes
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Σποράδες, Ιόνια νησιά (δεν υπάρχει καταγραφή του είδους στη Ζάκυνθο), Κυκλάδες (Πάρος, Αντίπαρος, Μύκονος, Νάξος, Ίος, Σίκινος,Τήνος, Άνδρος, Δήλος, Σύρος, Στρογγυλό, Ηρακλειά, Επάνω Κουφονήσι, ίσως και στο Τραγονήσι), Θάσος, Σαμοθράκη. Η παρουσία του είδους στην Λήμνο δεν έχει επιβεβαιωθεί.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Vipera ammodytes meridionalis (Boulenger, 1903) και πιθανόν το υποείδος Vipera ammodytes montandoni (Boulenger, 1904). Ολικό μήκος έως 90cm, συνήθως λιγότερο, σπάνια περισσότερο. Ποικίλει σε χρωματισμούς. Φέρει χαρακτηριστική απόφυση στην άκρη του ρύγχους. Δραστηριοποιείται την ημέρα αλλά και την νύχτα όταν οι θερμοκρασίες είναι υψηλές. Τα ενδιαιτήματά του ποικίλουν, όμως φαίνεται να προτιμά ηλιόλουστες, ξηρές και βραχώδεις πλαγιές με λίγη βλάστηση. Συχνά σκαρφαλώνει σε θάμνους και πετρότοιχους. Ζευγαρώνει στα τέλη της άνοιξης και τα θηλυκά γεννούν 4-20 νεογνά, τέλη του Αυγούστου. Πέφτει σε χειμερία νάρκη τον Οκτώβριο και ξυπνά κατά τον Φεβρουάριο-Μάρτιο. Τρέφεται κυρίως με μικρά θηλαστικά αλλά και μικρά πουλιά, αμφίβια και σαύρες. Σφυρίζει δυνατά όταν απειληθεί και κουλουριάζεται σε στάση άμυνας. Θα δαγκώσει αν πατηθεί ή πιαστεί.Το δηλητηριώδες δάγκωμα του φιδιού αυτού χρήζει ιατρικής αντιμετώπισης.
Οθωμανική Οχιά - Montivipera xanthina
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
ΝΑ Θράκη έως περιοχή Προσκυνητών, Σαμοθράκη, Λέσβος, Χίος, Οινούσσες, Σάμος, Πάτμος, Κως, Λέρος, Κάλυμνος, Καλόλιμνος, Λειψοί, Σύμη, Χάλκη.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Ολικό μήκος μέχρι και 120cm, αλλά συνήθως δεν ξερπερνά τα 100cm. Δραστηριοποιείται την ημέρα, αλλά όταν οι θερμοκρασίες είναι υψηλές προτιμά τις απογευματινές ώρες και την νύχτα. Τα ενδιαιτήματα που προτιμά ποικίλουν. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 2-15 νεογνά. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά και πουλιά. Σφυρίζει δυνατά όταν απειλείται. Το δηλητηριώδες δάγκωμα του φιδιού αυτού χρήζει ιατρικής αντιμετώπισης.
Οχιά της Μήλου - Macrovipera schweizeri
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
Ενδημικό. Μόνο στα νησιά Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος και Σίφνος.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Εκτός από το φερώνυμο υποείδος (Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος) υπάρχει και το υποείδος Macrovipera schweizeri siphnensis (Wettstein, 1952) (Σίφνος). Ολικό μήκος 80cm, μερικές φορές περισσότερο. Ποικιλία σε χρωματισμούς. Κυρίως νυκτόβιο κατά την διάρκεια του καλοκαιριού αλλά ημερόβιο την άνοιξη και το φθινόπωρο. Βρίσκεται συχνά σε ρεματιές και βραχώδεις περιοχές με θάμνους, όπου στήνει ενέδρα σε μεταναστευτικά πουλιά. Επίσης τρέφεται με τρωκτικά, άλλα φίδια και σαύρες. Ζευγαρώνει τον Μάιο και γεννάει 4 έως 13 αυγά. Είναι το μοναδικό ωοτόκο είδος οχιάς στην χώρα μας. Η Οχιά της Μήλου απειλείται κυρίως από την υποβάθμιση των βιοτόπων της, από την παράνομη συλλογή αλλά και από τους αυτοκινητόδρομους. Ο συνολικός πληθυσμός του είδους υπολογίζεται λιγότερος από 10.000 άτομα. Προστατεύεται αυστηρώς.
Αστρίτης - Vipera berus
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
Βουνά Βαρνούντας, Βόρας (Καϊμακτσαλάν), Τζένα, Δ. Ροδόπη, ορεινά ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Vipera berus bosniensis (Boettger, 1889). Ολικό μήκος συνήθως έως 65cm, σπάνια μεγαλύτερο. Τα θηλυκά μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Δραστηριοποιείται κυρίως την ημέρα. Απαντά σε ορεινές περιοχές με υψόμετρο συνήθως μεγαλύτερο των 1600ων μέτρων. Πέφτει σε χειμερία νάρκη από τον Σεπτέμβριο ή ακόμα και τον Νοέμβριο μέχρι την αρχή της άνοιξης. Τα θηλυκά γεννούν κάθε 2 χρόνια 3-18 νεογνά τα οποία ωριμάζουν σεξουαλικά από τον 3ο ή 4ο χρόνο. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά, μικρά πτηνά, αμφίβια και σαύρες. Η ονομασία "Αστρίτης" χρησιμοποιείται συχνά για διαφορετικά είδη ανά περιοχή, λανθασμένα και συνήθως επιβαρύνει ακίνδυνα είδη φιδιών με την φήμη του δηλητηριώδους. Το δηλητήριό του είναι σχετικά ισχυρό, όχι τόσο όσο της κοινής Οχιάς, όμως και πάλι σε περίπτωση δαγκώματος συνιστάται νοσηλεία.
Νανόχεντρα - Vipera ursinii
Εξάπλωση στην Ελλάδα:
Βουνά της Πίνδου: Κόζιακας, Βαρδούσια, Τυμφρηστός, Οίτη, Λάκμος (Περιστέρι).
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Vipera ursinii graeca (Nilson & Andrén, 1988). Ολικό μήκος έως 50cm, σπάνια περισσότερο. Τα θηλυκά μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Ημερόβια οχιά. Στην χώρα μας απαντά σε μεμονωμένες ορεινές περιοχές με υψόμετρα μεγαλύτερα των 1000m (έως και 2250m). Ζευγαρώνει την άνοιξη ή στις αρχές του Σεπτεμβρίου και γεννά 3-15 νεογνά. Τρέφεται κυρίως με μεγάλα έντομα, αλλά και με σαύρες και μικρά τρωκτικά. Το δηλητήριό της είναι σχετικά ασθενές, παρ'όλα αυτά η ιατρική φροντίδα μετά το δάγκωμα συνιστάται. Η Νανόχεντρα θεωρείται σπάνια πλέον και ειδικά το ελληνικό υποείδος graeca.
Σαπίτης - Malpolon insignitus
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ρόδος, Κως, Ύδρα, Ψιλή, Καστελλόριζο, Πόρος, Σαλαμίνα, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λευκάδα, Ζάκυνθο, Οξυά, Σκόπελος, Σκιάθος, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες με ασθενές δηλητήριο. Οπισθόγλυφο*. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Malpolon insignitus fuscus (Fleischmann 1831). Ολικό μήκος έως 200cm, σπάνια έως 240cm. Ποικίλει σε χρωματισμούς. Έχει χαρακτηριστικό κεφάλι με έντονες τοξωτές καμπύλες ανάμεσα στο μέτωπο και το ρύγχος. Ημερόβιο, πολύ συνηθισμένο φίδι. Κινείται γρήγορα, κολυμπά και σκαρφαλώνει με ευκολία και διακρίνεται από την καλή του όραση. Τα ενδιαιτήματά του ποικίλουν αλλά φαίνεται να προτιμά ξηρές περιοχές με μεσογειακή μακία. Συνήθως σε περιοχές με υψόμετρο 0-600m, όμως συναντάται και σε υψόμετρα έως 2000m. Φέρει μεγάλους αδένες κάτω από το δέρμα ανάμεσα στα μάτια και τα ρουθούνια, οι οποίοι εκκρίνουν υγρή ουσία που απλώνεται σε όλο το σώμα και το καθιστά "αδιάβροχο", έτσι ώστε να εμποδίζεται η εξάτμιση των υγρών του σώματος, πράγμα που βοηθά το φίδι να δραστηριοποιείται και σε υψηλές θερμοκρασίες. Ζευγαρώνει από τον Απρίλιο έως και τον Μάιο και τα θηλυκά γεννούν 4-20 αυγά που εκκολάπτονται μετά από περίπου 2 μήνες. Τρέφεται κυρίως με σαύρες αλλά και με τρωκτικά, πτηνά, αμφίβια, καθώς επίσης και με φίδια. Θα αμυνθεί σθεναρά αν απειληθεί, σφυρίζοντας δυνατά, σηκώνοντας το κεφάλι και πλαταίνοντας τον λαιμό και προσποιώντας επίθεση. Θα δαγκώσει αν πιαστεί ή πατηθεί. *Τα δόντια που εκχέουν το δηλητήριο είναι στο πίσω μέρος του στόματος πράγμα που καθιστά πολύ δύσκολη την έγχυση στον άνθρωπο. Ακόμα όμως κι αν αυτή γίνει εφικτή, το δηλητήριό του είναι ασθενές και δεν αποτελεί κίνδυνο. Τα συμπτώματα που μπορούν να προκληθούν από μεγάλη ποσότητα δηλητηρίου είναι πρήξιμο και πόνος, ίσως και πυρετό σε ευαίσθητα άτομα. Τα συμπτώματα αυτά συνήθως υποχωρούν σε μερικές ώρες, χωρίς ιατρική αγωγή.
Αγιόφιδο - Telescopus fallax
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Κρήτη, Λέσβος, Χίος, Ρόδος, Σύμη, Σάμος, Ικαρία, Κάρπαθος, Κύθηρα, Αντικύθηρα, Μήλος, Πολύαιγος, Άνδρος, Σύρος, Τήνος, Μύκονος, Κέα, Σαντορίνη, Χριστιανή, Δήλος, Σέριφος, Κίμωλος, Πάρος, Αντίπαρος, Τούρλο, Αμοργός, Κάσος, Κάλυμνος, Κουφονήσι, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Στροφάδες, Αίγινα, Αγκίστρι, Σπέτσες, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες με ασθενές δηλητήριο. Οπισθόγλυφο*. Στην χώρα μας, εκτός από το φερώνυμο υποείδος, απαντούν και κάποια ενδημικά υποείδη και φέρουν διαφορές στην πυκνότητα κηλίδων αλλά και στον χρωματισμό:
Telescopus fallax intermedius (Gruber, 1974) (Αντικύθηρα)
Telescopus fallax multisquamatus (Wettstein, 1952) (Κουφονήσι Κρήτης)
Telescopus fallax pallidus (Štěpánek, 1944) (Κρήτη, Γαύδος, Ελάσσα, Χριστιανή, Σαντορίνη, Κάσος)
Ολικό μήκος έως 100cm (συνήθως μικρότερο) σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις όμως μπορεί να φτάσει τα 130cm. Κυρίως νυκτόβιο φίδι. Η κόρη των ματιών του είναι σε σχήμα σχισμής (όπως στις γάτες), όμως σε χαμηλό φωτισμό η κόρη ανοίγει παίρνοντας στρογγυλό σχήμα. Κυνηγάει ανάμεσα σε βράχους και πέτρες ψάχνοντας για σαύρες και μικρά τρωκτικά, επίσης αναρριχάται επιδέξια ψάχνοντας για νεοσσούς. Τα θηλυκά γεννούν 5-9 αυγά τα οποία εκκολάπτονται συνήθως στα μέσα Αυγούστου. Συνήθως "σφυρίζει" αν πιαστεί και προσποιείται πως θα επιτεθεί, εξαιρετικά σπάνια όμως θα δαγκώσει. *Τα δόντια που εκχέουν το δηλητήριο είναι στο πίσω μέρος της άνω σιαγόνας, σε τέτοια θέση που καθιστά αδύνατη την έγχυση στον άνθρωπο. Το δηλητήριό του δρα μεν αποτελεσματικά στα θηράματά του αλλά δεν προκαλεί συμπτώματα στον άνθρωπο. Στην Κεφαλονιά χρησιμοποιείται σε θρησκευτικές παραδόσεις με αρχαίες ρίζες, όταν αρκετά φίδια μεταφέρονται στην εκκλησία της Παναγίας της Λαγκουβάρδας την περίοδο 6 με 15 Αυγούστου και διατίθενται στο να τα αγγίζουν οι επισκέπτες πιστεύοντας πως πρόκειται για θαύμα, εξού και η κοινή του ονομασία "Αγιόφιδο". Εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Μη δηλητηριώδες φίδια:
Coronella austriaca
Κοινή Ονομασία: Στεφανοφόρος
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Θάσος, Σαμοθράκη.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το φερώνυμο υποείδος Coronella austriaca austriaca(Laurienti 1768). Ολικό μήκος έως 70cm, πολύ σπάνια περισσότερο. Φέρει χαρακτηριστική ράβδωση που ξεκινά από τα ρουθούνια, "αγγίζει" το μάτι και συνεχίζει έως την αρχή του κεφαλιού. Ημερόβιο, ντροπαλό φίδι που αποφεύγει τις υψηλές θερμοκρασίες και προτιμά να κινείται ανάμεσα σε πέτρες και βλάστηση. Μερικές φορές μπορεί να παρατηρηθεί και την νύχτα όταν οι θερμοκρασίες είναι υψηλές. Φαίνεται να προτιμά υψόμετρα μεγαλύτερα των 200 μέτρων και απαντά έως και σε μεγαλύτερα των 2500m. Κινείται κυρίως στο έδαφος όμως συχνά σκαρφαλώνει και σε θάμνους. Τρέφεται κυρίως με σαύρες, αλλά και με μικρά θηλαστικά, μικρά φίδια, αυγά ερπετών και νεοσσούς. Ζευγαρώνει συνήθως τον Απρίλιο και τα θηλυκά γεννούν 2-19 νεογνά (ζωοτόκο φίδι). Θα δαγκώσει αμυντικά και θα αποβάλλει δύσοσμο έκκριμα από εδρικούς αδένες αν αρπαχτεί. Ακίνδυνο φίδι που σε πολλές περιοχές το περνούν λανθασμένα για Οχιά και το σκοτώνουν.
Dolichophis caspius
Κοινή Ονομασία: Έφιος
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα (έως και την Στερεά Ελλάδα), Εύβοια, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Θάσος, Σαμοθράκη, Αλόννησος, Σπέτσες, Άνδρος, Σύρος, Τήνος, Κέα, Κύθνος, Σέριφος, Σίφνος, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Φούρνοι, Αγαθονήσι, Κως, Ικαρία, Πάτμος, Κάλυμνος, (Λέρος?), Νίσυρος, Κάρπαθος, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Ολικό μήκος σπανίως έως 200cm και εξαιρετικά σπάνια περισσότερο. Ημερόβιο φίδι που δραστηριοποιείται ακόμα και σε υψηλές θερμοκρασίες. Απαντά από το ύψος της θάλασσας έως και σε υψόμετρα των 1600m. Αρκετά συνηθισμένο φίδι, γρήγορο και νευρικό, που κυνηγά δραστήρια την λεία του. Συχνά σκαρφαλώνει ψηλά σε θάμνους και δέντρα για να κυνηγήσει. Τρέφεται με τρωκτικά και σαύρες, αλλά και με άλλα φίδια και πτηνά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 5-18 αυγά. Τα νεαρά άτομα τρέφονται με έντομα και μικρές σαύρες. Θα αμυνθεί σθεναρά αν απειληθεί σηκώνοντας το μπροστινό μέρος του σώματος ψηλά, "σφυρίζοντας" δυνατά και προσποιώντας επίθεση. Θα δαγκώσει δυνατά αν πιαστεί. Σε πολλές περιοχές το ονομάζουν Λαφιάτη ή Δεντρογαλιά, λανθασμένα. Σε μικρή ηλικία μπορεί να μπερδευτεί με την Δενδρογαλιά (Hierophis gemonensis). Συχνά πέφτει θύμα αυτοκινήτων στην άσφαλτο. Ακίνδυνο φίδι.
Dolichophis jugularis
Κοινή Ονομασία: Μαύρος Έφιος
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Κως, Σύμη, Τήλος, Ρόδος, Χάλκη, Λέρος, Καστελλόριζο, πιθανόν και σε άλλα νησιά των Δωδεκανήσων.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Ολικό μήκος έως 200cm (συνήθως λιγότερο), εξαιρετικά σπάνια περισσότερο. Ημερόβιο φίδι. Απαντά από το ύψος της θάλασσας έως και σε υψόμετρα των 1400m. Γρήγορο και νευρικό φίδι, που κυνηγά δραστήρια την λεία του. Τρέφεται με τρωκτικά και σαύρες, αλλά και με άλλα φίδια και πτηνά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 6-16 αυγά. Τα νεαρά άτομα τρέφονται με έντομα και μικρές σαύρες. Θα αμυνθεί σθεναρά αν απειληθεί σηκώνοντας το μπροστινό μέρος του σώματος ψηλά, "σφυρίζοντας" δυνατά και προσποιώντας επίθεση. Θα δαγκώσει δυνατά αν πιαστεί. Σε μικρή ηλικία μπορεί να μπερδευτεί με την Δενδρογαλιά (Hierophis gemonensis). Ακίνδυνο φίδι.
Eirenis modestus
Κοινή Ονομασία: Θαμνόφιδο
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Λέσβος, Χϊος, Σάμος, Σαμιοπούλα, Φούρνοι, Λέρος, Κάλυμνος, Σύμη, Κάσος, Κάρπαθος, Καστελλόριζο, πιθανόν και σε άλλα Δωδεκάνησα.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Eirenis modestus semimaculatus (Böttger, 1876). Ολικό μήκος έως 60cm, σπάνια περισσότερο, συνήθως λιγότερο. Δραστηριοποιείται κυρίως στο λυκόφως αλλά και σκιερές περιοχές κατά την διάρκεια της ημέρας. Κρύβεται κάτω από πέτρες και σε ρωγμές και μερικές φορές ανά μικρές ομάδες. Μικρό και σχετικά αργό φίδι που κυνηγά δραστήρια, κυρίως ασπόνδυλα. Τρέφεται με αρθρόποδα αλλά και με μικρές σαύρες. Ζευγαρώνει πολύ νωρίς την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 3-8 αυγά. Τα νεοεκκολαπτόμενα φίδια δεν ξεπερνούν σε μήκος τα 12cm. Καθόλου επιθετικό φίδι και εντελώς ακίνδυνο.
Elaphe quatuorlineata
Κοινή Ονομασία: Λαφιάτης (Λαφίτης)
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα (εκτός του τμήματος που απαντά ο Θρακικός Λαφιάτης - Elaphe sauromates), Πελοπόννησος, Εύβοια, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Κάλαμος, Καρλονήσι, Προβάτι, Σπέτσες, Κέα, Άνδρος, Τήνος, Μύκονος, Πάρος, Νάξος, Ηρακλειά, Σχοινούσα, Ίος, Αμοργός, Σκιάθος, Σκύρος πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Τα υποείδη που απαντούν στην Ελλάδα είναι τα εξής:
Elaphe quatuorlineata quatuorlineata (Lacépède, 1789)
Elaphe quatuorlineata muenteri (Bedriaga, 1882) (Κυκλάδες)
Elaphe quatuorlineata scyrensis (Cattaneo, 1999) (Σκύρος)
Elaphe quatuorlineata parensis (Cattaneo, 1999) (Πάρος).
<Μονόχρωμα άτομα από την Αμοργό περιγράφηκαν από κάποιους ερευνητές ως ξεχωριστό υποείδοςElaphe quatuorlineata rechingeri (Werner, 1932) ή ως ξεχωριστό είδος Elaphe rechingeri (Clark, 1994), σήμερα όμως οι ονομασίες αυτές αντιμετωπίζονται σαν συνώνυμα του Elaphe quatuorlineata muenteri>.Τα νεαρά άτομα διαφέρουν σε χρωματισμό από τα ενήλικα. Ολικό μήκος συνήθως έως 150cm, σε εξαιρετικές περιπτώσεις όμως μπορεί να φτάσει έως και τα 260cm. Απαντά σε ποικίλα ενδιαιτήματα σε υψόμετρα έως και 1400m. Ρωμαλέο, ημερόβιο φίδι που αποφεύγει όμως τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Κυνηγά στο έδαφος, συχνά όμως σκαρφαλώνει σε δέντρα και θάμνους. Κολυμπά επιδέξια. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά όπως αρουραίους και άλλα τρωκτικά, μικρά κουνέλια, πτηνά, σαύρες, αμφίβια και αυγά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 3-18 αυγά και τα εκκολαπτόμενα φίδια έχουν μήκος έως και 40cm. Μέτριας επιθετικότητας φίδι που πιθανόν να δαγκώσει αν αρπαχτεί. Συνήθως έχει ήπιο χαρακτήρα και καθόλου επιθετικό. Σε πολλές περιοχές, ο Λαφιάτης (ή Λαφίτης) ονομάζεται λανθασμένα "Δεντρογαλιά", ενώ η ονομασία "Λαφιατης" χρησιμοποιείται συχνά για άλλα είδη φιδιών, επίσης λανθασμένα. Πρόκειται για εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Elaphe sauromates
Κοινή Ονομασία: Θρακικός Λαφιάτης
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, Θάσος, Σαμοθράκη.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Ολικό μήκος συνήθως μέχρι 150cm, σπάνια περισσότερο. Παρόμοια χαρακτηριστικά γνωρίσματα με το συγγενικό του είδος Elaphe quatuorlineata (Λαφιάτης), αφού μέχρι σχετικά πρόσφατα θεωρούνταν υποείδος αυτού (Elaphe quatuorlineata sauromates). Εντούτοις, πιο γρήγορο και αρκετά πιο νευρικό φίδι από τον κοινό Λαφιάτη, που θα αμυνθεί πιο σθεναρά αν απειληθεί, το ίδιο όμως ακίνδυνο.
Hierophis gemonensis
Κοινή Ονομασία: Δενδρογαλιά
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα (Στερεά Ελλάδα, Ήπειρος, Θεσσαλία, Πιερία, πιθανόν και τμήμα της δυτικής Μακεδονίας), Πελοπόννησος, Εύβοια, Κέρκυρα, Ιθάκη, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, μερικές νησίδες των Σποράδων, Αίγινα, νησίδες του Αργολικού, Κύθηρα, Κρήτη και γύρω νησίδες.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Μονοτυπικό είδος. Ολικό μήκος έως και 100cm, συνήθως μικρότερο, σπανίως έως και 130cm. Τα ενδιαιτήματα που προτιμά ποικίλουν. Συνήθως απαντά κοντά στο επίπεδο της θάλασσας αλλά φτάνει και σε περιοχές μέχρι 1400m υψόμετρο. Ημερόβιο, γρήγορο και νευρικό, πολύ δραστήριο φίδι που κυνηγά συνήθως στο έδαφος αλλά συχνά σκαρφαλώνει επιδέξια σε θάμνους και χαμηλά δέντρα. Τρέφεται με μικρά τρωκτικά, άλλα φίδια, σαύρες, νεοσσούς και μεγάλα έντομα. Ζευγαρώνει στα τέλη της άνοιξης και τα θηλυκά γεννούν 3-10 αυγά στα μέσα του καλοκαιριού. Μη επιθετικό φίδι που συνήθως δαγκώνει όμως αν πιαστεί. Εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Platyceps najadum
Κοινή Ονομασία: Σαΐτα
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Πάτμος, Λέρος, Κάλυμνος, Κως, Ρόδος, Κέρκυρα, Κάλαμος, Κάστος, Καρλόνησος, Προβάτι, Οξυά, Σαλαμίνα, Αίγινα, Αγκίστρι, Πόρος, Σπέτσες, Κέα, Κύθνος, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Τα υποείδη που απαντούν στην Ελλάδα είναι τα Platyceps najadum najadum(Eichwald, 1831), Platyceps najadum dahlii (Fitzinger, 1826) και Platyceps najadum kalymnensis(Schneider, 1979). Ολικό μήκος έως και 135cm συνήθως όμως λιγότερο. Από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι και τα 2000m υψόμετρο. Ημερόβιο, πολύ νευρικό και ασύγκριτα γρήγορο φίδι που κυνηγά επίμονα την λεία του μερικές φορές για μεγάλες αποστάσεις. Σκαρφαλώνει επιδέξια σε θάμνους, βράχια και πετρότοιχους. Τρέφεται με μικρές σαύρες, έντομα και σπανίως με μικρά τρωκτικά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν το καλοκαίρι 3-16 αυγά. Πρόκειται για ακίνδυνο φίδι με κακή όμως φήμη, αφού στις περισσότερες περιοχές πιστεύεται λανθασμένα πως είναι δηλητηριώδες και επικίνδυνο και πως τινάζεται από μεγάλες αποστάσεις για να επιτεθεί.
Zamenis longissimus
Κοινή Ονομασία: Λαφίτης του Ασκληπιού
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Μεμονωμένοι πληθυσμοί σε ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησο, Κέρκυρα και Παξούς.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην Ελλάδα απαντά το φερώνυμο υποείδος Zamenis longissimus longissimus(Laurenti, 1768). Ολικό μήκος έως και 200cm, συνήθως όμως μικρότερο του 1.5 μέτρου. Απαντά μέχρι και τα 2000m υψόμετρο σε ορισμένες περιοχές. Ημερόβιο φίδι που συχνά σκαρφαλώνει σε θάμνους και δέντρα με επιδεξιότητα. Τρέφεται κυρίως με τρωκτικά, αλλά και με νεοσσούς και σαύρες. Ζευγαρώνει αργά την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 2-18 αυγά που εκκολάπτονται μετά από 2 περίπου μήνες. Πιθανόν να δαγκώσει αν πιαστεί. Ακίνδυνο φίδι.
Ο Λαφιάτης (ή Λαφίτης) του Ασκληπιού έχει συνδεθεί με τον Ασκληπιό, τον αρχαίο θεό της ιατρικής που απεικονίζεται με μία ράβδο τυλιγμένη από ένα φίδι. Το σύμβολο αυτό χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα ως σύμβολο της ιατρικής.
Natrix natrix
Κοινή Ονομασία: Νερόφιδο
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λευκάδα, Ζάκυνθος, Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Λέρος, Κως, Ρόδος, Κάρπαθος, Σκύρος, Άνδρος, Κέα, Τήνος, Μύκονος, Σύρος, Πάρος, Αντίπαρος, Δεσποτικό, Νάξος, Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος, πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Τα υποείδη που απαντούν στην Ελλάδα είναι τα Natrix natrix persa (Pallas, 1814), Natrix natrix fusca (Cattaneo, 1990) (Κέα) και Natrix natrix schweizeri (L. Müller, 1932) (Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος). Σε νησιά των Κυκλάδων βόρεια της Κιμώλου απαντούν διασταυρώσεις Νερόφιδων ανάμεσα στα δύο υποείδη N.n.schweizeri και N.n.persa. Ολικό μήκος συνήθως έως 100cm, σπάνια μεγαλύτερο και σε εξαιρετικές περιπτώσεις έως 2m. Τα θηλυκά μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Προτιμά υγρότοπους κάθε είδους αλλά δραστηριοποιείται και εκτός νερού, συχνά πολύ μακρυά από αυτό. Μεγάλη ποικιλία χρωματισμών και σχεδίων. Κολυμπά πολύ επιδέξια και γρήγορα. Τρέφεται με αμφίβια, ψάρια, τρωκτικά, ερπετά, νεοσσούς και ασπόνδυλα. Ζευγαρώνει την άνοιξη. Στην διαδικασία ζευγαρώματος μπορεί να συμμετέχουν πολλά αρσενικά, σχηματίζοντας έναν σωρό γύρω από το θηλυκό, διεκδικώντας το ζευγάρωμα. Τα θηλυκά, ανάλογα με το μέγεθος, μπορούν να εναποθέσουν από 2 έως 100 αυγά (συνήθως περίπου 30) τα οποία εκκολάπτονται μέχρι και 2 μήνες μετά. Αν πιαστεί και νιώσει κίνδυνο, εκκρίνει έντονα δύσοσμο υγρό και συχνά προσποιείται το νεκρό γυρίζοντας ανάποδα, με ανοιχτό το στόμα και την γλώσσα έξω. Σπανίως μπορεί να προσποιηθεί επίθεση πλαταίνοντας το κεφάλι και "σφυρίζοντας", όμως σχεδόν ποτέ δεν δαγκώνει. Σε πολλές περιοχές το αναγνωρίζουν ως Οχιά και το σκοτώνουν. Εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Hemorrhois nummifer
Κοινή Ονομασία: Ζαμενής της Ρόδου
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Καστελλόριζο, Ρόδος, Σύμη, Κως, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος, Λειψοί, πιθανόν και σε άλλα Δωδεκάνησα. Επίσης πολύ πρόσφατες καταγραφές του είδους σε Λέσβο, Χίο και Σάμο.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Μονοτυπικό είδος. Ολικό μήκος έως και 150cm, συνήθως όμως λιγότερο, σπάνια περισσότερο. Απαντά συνήθως σε ξηρές, βραχώδεις περιοχές με χαμηλή βλάστηση. Ημερόβιο, δραστήριο φίδι, αρκετά νευρικό και γρήγορο. Κυνηγά κυρίως στο έδαφος, όμως συχνά σκαρφαλώνει σε θάμνους και χαμηλά δέντρα. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά, ερπετά και μικρά πτηνά. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 4-10 αυγά στα μέσα του καλοκαιριού τα οποία εκκολάπτονται μετά από περίπου 2 μήνες. Φαίνεται πως μιμείται τον χρωματισμό της Οχιάς για αμυντικούς λόγους. Αν απειληθεί δείχνει επιθετική συμπεριφορά σφυρίζοντας, πλαταίνοντας το κεφάλι και αν πιαστεί δαγκώνει δυνατά. Φέρει αδένες που παράγουν κάποια εκκρίματα τα οποία βοηθούν στην χώνεψη του θηράματος, μέσω του σάλιου. Στον άνθρωπο, το δάγκωμα ενός μεγάλου ατόμου ενδέχεται να προκαλέσει κάποια συμπτώματα όπως πόνος και τοπικό πρήξιμο, εάν κατά το δάγκωμα τα εκκρίματα αυτά ενεθούν υποδόρια. Σε γενικές γραμμές πρόκειται για ένα ακίνδυνο φίδι.
Hierophis viridiflavus
Κοινή Ονομασία: Μαύρο Φίδι της Γυάρου
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Γυάρος. Υπολογίζεται πως έχει εισαχθεί αρκετούς αιώνες πριν.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Το υποείδος που απαντά στην Γυάρο είναι το Hierophis viridiflavus carbonarius(Bonaparte 1833). Ολικό μήκος των αυτοχθόνων πληθυσμών έως 150cm, τα δείγματα της Γυάρου όμως είναι μικρότερα (έως 90cm). Ημερόβιο, γρήγορο και νευρικό φίδι που κυνηγά κυρίως στο έδαφος αλλά σκαρφαλώνει συχνά σε βράχους και θάμνους. Τρέφεται με τρωκτικά, άλλα φίδια, σαύρες, αμφίβια, νεοσσούς και μεγάλα έντομα. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν 4-10 αυγά. Τα νεαρά άτομα μπορούν να μπερδευτούν με νεαρές Δεντρογαλιές (Hierophis gemonensis). Αμύνεται σθεναρά αν πιαστεί δαγκώνοντας δυνατά. Ακίνδυνο φίδι.
Μέχρι πρόσφατα πολλοί ερευνητές αντιμετώπιζαν τον πληθυσμό της Γυάρου σαν ξεχωριστό, ενδημικό είδος (Coluber gyarosensis) ενώ παλιότερα ως υποείδος της Δεντρογαλιάς (Coluber gemonensis gyarosensis). Πρόσφατες μελέτες των ελάχιστων δειγμάτων όμως έδειξαν πως πρόκειται για εισαχθένHierophis viridiflavus. Φαίνεται πως ο πληθυσμός της Γυάρου βρίσκεται σε κίνδυνο καθώς υπολογίζεται πως είναι πολύ μικρός σε αριθμό.
Zamenis situla
Κοινή Ονομασία: Σπιτόφιδο
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Κρήτη, Λέσβος, Χϊος, Σάμος, Κως, Ρόδος, Κέρκυρα, Ιθάκη, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Σκόπελος, Σκύρος, Σαλαμίνα, Σπέτσες, Άνδρος, Κέα, Τήνος, Σύρος, Κύθνος, Σέριφος, Πάρος, Σίφνος, Μήλος, Σαντορίνη, Κύθηρα.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Μονοτυπικό είδος. Ολικό μήκος μέχρι και 120cm συνήθως μικρότερο. Μπορεί να έχει ραβδωτή ή στικτή μορφή. Απαντά μέχρι και τα 1600m υψόμετρο. Ημερόβιο φίδι που αποφεύγει τις υψηλές θερμοκρασίες. Κινείται προσεχτικά ανάμεσα σε πέτρες και βλάστηση και συχνά σκαρφαλώνει σε θάμνους και βράχια. Συχνά παρατηρείται σε οικισμούς και ανθρώπινο περιβάλλον. Τρέφεται κυρίως με τρωκτικά αλλά μπορεί να τραφεί και με σαύρες και μικρά πτηνά. Ζευγαρώνει αργά την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν μόνο 2-8 αυγά χρόνο παρά χρόνο. Πιθανόν να δαγκώσει αν πιαστεί. Ακίνδυνο φίδι.
Η ονομασία Σπιτόφιδο λέγεται πως κατάγεται από τις Κυκλάδες, όταν σε κάποιες περιοχές οι άνθρωποι το έφερναν εσκεμμένα στους αποθηκευτικούς τους χώρους για τον έλεγχο των ποντικών. Σε πολλές περιοχές πιστεύεται λανθασμένα ότι πρόκειται για δηλητηριώδες φίδι και σκοτώνεται, ενώ απειλείται και από την παράνομη συλλογή.
Άλλες ονομασίες:Προσοχή! Όλες οι παρακάτω ονομασίες είναι λανθασμένες καθώς το φίδι αυτό δεν αποτελεί είδος Οχιάς και δεν είναι δηλητηριώδες: Οχέντρι, Όχεντρα, Αστρίτης, Κόκκινος Αστρίτης, Λιόχεντρα.
Natrix tessellata
Κοινή Ονομασία: Λιμνόφιδο
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Εύβοια, Κρήτη, Λέσβος, Κέρκυρα, Λευκάδα, Σέριφος, Τήνος, Κύθηρα.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην Ελλάδα απαντά το φερώνυμο υποείδος (Natrix tessellata tessellata). Ολικό μήκος συνήθως έως 80cm, πολύ σπάνια έως και 130cm. Τα θηλυκά μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Ζει αποκλειστικά σε υγρότοπους και ποτάμια, ξοδεύοντας τις περισσότερες ώρες μέσα στο νερό κυνηγώντας ή στήνοντας ενέδρα. Απαντά σε υψόμετρα μέχρι και 2200m αλλά συνήθως χαμηλότερα από τα 1000m. Δραστηριοποιείται κυρίως την ημέρα αλλά και την νύχτα ιδίως το καλοκαίρι. Ποικίλει σε χρωματισμούς και σχέδια. Κολυμπά πολύ επιδέξια και γρήγορα. Τρέφεται αποκλειστικά με ψάρια και αμφίβια. Ζευγαρώνει την άνοιξη και τα θηλυκά γεννούν το καλοκαίρι 5-25 αυγά. Αν πιαστεί και νιώσει κίνδυνο, εκκρίνει έντονα δύσοσμο υγρό και "σφυρίζει" για εκφοβισμό. Συχνά προσποιείται το νεκρό γυρίζοντας ανάποδα, με ανοιχτό το στόμα και την γλώσσα έξω. Εξαιρετικά σπάνια δαγκώνει αν πιαστεί. Εντελώς ακίνδυνο φίδι.
Διενεργούνται έρευνες για το αν οι πληθυσμοί της Κρήτης αποτελούν ξεχωριστό είδος.
Eryx jaculus
Κοινή Ονομασία: Έρυξ
Εξάπλωση στην Ελλάδα:Ηπειρωτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Λέσβος, Λήμνος, Χίος, Σάμος, Λέρος, Κάλυμνος, Κως, Κέρκυρα, Τήνος, Νάξος, Πάρος, Αντίπαρος, Ίος, Πολύαιγος, Σίκινος, Αμοργός, Κίμωλος, Κέρος, Αντίκερος, Σχοινούσα, Φολέγανδρος, Επάνω Κουφονήσι, Ηρακλειά, πολύ πιθανόν και σε άλλα νησιά.
Γενικές Πληροφορίες:
Μη δηλητηριώδες. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Eryx jaculus turcicus (Olivier, 1801). Ολικό μήκος έως 80cm συνήθως όμως μικρότερο. Κυρίως νυκτόβιο φίδι. Την άνοιξη, λόγω περιόδου ζευγαρώματος, μπορεί να παρατηρηθεί και την ημέρα, καθώς και το φθινόπωρο. Χαρακτηριστική "κολοβή" ουρά που μοιάζει σε σχήμα με το κεφάλι. Ψάχνει για την λεία του συνήθως μέσα σε τρύπες τρωκτικών ή στήνει ενέδρες κάτω από την άμμο ή στο χώμα όπου θάβεται με επιδεξιότητα. Τρέφεται κυρίως με τρωκτικά, αλλά και με σαύρες, νεοσσούς και μερικές φορές με μεγάλα ασπόνδυλα. Ζευγαρώνει από τον Απρίλιο έως τον Μάιο και τα θηλυκά γεννούν κατά τα τέλη Αυγούστου 5-20 νεογνά που έχουν μήκος 12-15cm και ενηλικιώνονται περίπου μετά το 3ο έτος ζωής τους. Είναι το μοναδικό είδος Βόα στην Ευρώπη. Άκακο φίδι που σε πολλές περιοχές το περνούν λανθασμένα για Οχιά και το σκοτώνουν.
Πρώτες βοήθειες σε δάγκωμα φιδιού:
Συμπτώματα
Τα πρώτα συμπτώματα μετά από ένα δηλητηριώδες δάγκωμα είναι πόνος και οίδημα στο σημείο της έγχυσης, εντός λίγων λεπτών. Στην συνέχεια και όσο ο χρόνος περνάει χωρίς τις πρώτες βοήθειες, το οίδημα αυξάνεται και εξαπλώνεται και στο υπόλοιπο δαγκωμένο μέλος, ενώ μέσα σε λίγες ώρες ενδέχεται να υπάρξουν και άλλα συμπτώματα (βλέπε άρθρο «Δηλητηριώδη δήγματα φιδιών» - περιοδικό “Ιατρικά Χρονικά” / ΠΡΟΣΟΧΗ: πολλά από τα συμπτώματα που αναφέρονται στο τεύχος είναι αποτέλεσμα πανικού ή/και λαθών κατά τις πρώτες βοήθειες και όχι επίδρασης του δηλητηρίου - διαβάστε προσεκτικά).
Πρώτες Βοήθειες
Αμέσως μετά από ένα δηλητηριώδες δάγκωμα οι κινήσεις που πρέπει να κάνετε ή να μην κάνετε, είναι λίγες αλλά ουσιαστικές.
Μην πανικοβάλλεστε, (πολύ σημαντικό). Ο πανικός χειροτερεύει την κατάσταση. Με τα σημερινά μέσα έχετε όλο το χρόνο μπροστά σας να επισκεφτείτε ένα νοσοκομείο, όπου κι αν βρίσκεστε στην χώρα, μέσα στις επόμενες ώρες, με ασφάλεια και χωρίς ρίσκο.
Αφαιρέστε όποιο αντικείμενο ή ύφασμα θα μπορούσε να σφίξει το μέλος όσο αυτό πρήζεται (π.χ. δαχτυλίδια, ρολόι, βραχιόλια, κτλ).
Κρατήστε το θύμα ακίνητο εάν δεν είναι απαραίτητη η μετακίνησή του. Κρατήστε το δαγκωμένο μέλος όσο το δυνατόν πιο ακίνητο. Με την ακινησία του δαγκωμένου μέλους καθυστερούμε την εξέλιξη των συμπτωμάτων.
Μην κόβετε ή σκίζετε το δέρμα για να ρουφήξετε το δηλητήριο. Όχι μόνο δεν ωφελεί σε τίποτα, αντιθέτως μάλιστα, το τραύμα και το σοκ που προκαλείται από την πράξη επιδεινώνουν την κατάσταση και τα συμπτώματα.
Μην προσπαθείτε να ρουφήξετε το δηλητήριο με το στόμα.
Μην δένετε το δαγκωμένο μέλος. Είναι πολύ σημαντικό να μην εμποδιστεί η κυκλοφορία του αίματος. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος δημιουργίας θρόμβων και νέκρωσης του άκρου. Το δηλητήριο εξαπλώνεται κυρίως μέσω της λέμφου, συνεπώς μία σφιχτή περίδεση που θα σταματούσε την κυκλοφορία του αίματος είναι ανώφελη και επικίνδυνη. Αντιθέτως, μπορείτε να τυλίξετε το δαγκωμένο μέλος με κοινό, ελαστικό επίδεσμο από την πληγή έως την βάση του άκρου, τόσο λίγο σφιχτά όσο σε περίπτωση διαστρέμματος (να διατηρείται ο σφιγμός στην άκρη του μέλους). Αυτό μπορεί να καθυστερήσει την εξέλιξη των συμπτωμάτων, κάτι που ίσως βοηθούσε σε ενδεχόμενη πολύωρη μεταφορά του ασθενή σε νοσοκομείο. Ο επίδεσμος θα πρέπει να λύνεται και να δένεται αναλόγως κάθε 15-25 λεπτά, διότι το μέλος πρήζεται και η περίδεση σφίγγει περισσότερο. Παρ’όλα αυτά, μία τέτοια περίδεση δεν είναι και απαραίτητη.
Μην τοποθετείτε αντισηπτικά και άλλες ουσίες στο τραύμα.
Μην τοποθετείτε πάγο στην περιοχή του τραύματος.
Μην δίνετε αλκοόλ στον ασθενή.
Μην χορηγείτε παυσίπονα ή άλλα φάρμακα.
Μεταφέρετε τον ασθενή σε κοντινό νοσοκομείο με ψυχραιμία και ασφάλεια, αφού πρώτα έχετε ειδοποιήσει.
Μπορείτε να έχετε στο "κιτ πρώτων βοηθειών" σας αντιισταμινικά και κορτιζόνη για να τα χορηγήσετε στον ασθενή, σε περίπτωση που εμφανιστούν έντονα σημάδια αλλεργίας, εφόσον πάρετε έγκριση και οδηγίες από το Κέντρο Πρώτων Βοηθειών. Απευθυνθείτε στον γιατρό σας για τον τύπο και τις δοσολογίες που αντιστοιχούν στον καθένα.
Η χρήση αντιοφικού ορού δεν συνιστάται καθώς μπορεί να αποβεί επικίνδυνη (αλλεργικό σοκ). Μόνο οι ειδικοί γιατροί μπορούν να κρίνουν και να αποφασίσουν για την χρήση του ορού, η οποία γίνεται πλέον μόνο σε κρίσιμες περιπτώσεις και γενικώς αποφεύγεται. Συνήθως ακολουθείται αγωγή με χορήγηση αντιβιοτικών και προαιρετικά αδρεναλίνης, κάτι που μόνο οι γιατροί μπορούν να κρίνουν, επίσης. Τα συμπτώματα υποχωρούν μετά την κατάλληλη ιατρική αγωγή.
Άρθρο και φωτογραφίες:Ηλίας Στραχίνης
http://www.herpetofauna.gr
ΠΗΓΗ... http://periergaa.blogspot.gr